Λύσεις για τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα

Πηγή: PopSci, Αύγουστος 2005

Η συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα κατά τα προηγούμενα 400.000 χρόνια, κυμαινόταν μεταξύ 180 και 280 PPM (σωματίδια ανά εκατομμύριο, ο αριθμός δηλαδή των μορίων του CΟ2 σε ένα εκατομμύριο μόρια αέρα). Στα τέλη όμως του 18ου αιώνα, όταν ξεκίνησε η συστηματική χρήση των ορυκτών καυσίμων, το ατμοσφαιρικό CΟ2 άρχισε ν' αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό — μόλις σε 100 χρόνια, από τα 280 PPM εκτινάχθηκε στα 380 PPM, όπου κυμαίνεται σήμερα. Οι ειδικοί προβλέπουν ότι το CΟ2 πιθανώς να φθάσει έως και τα 500 PPM έως το 2050, συγκέντρωση που ενδεχομένως θα διπλασιαστεί έως τα τέλη του αιώνα.

Καθώς τα επίπεδα του CΟ2 θα συνεχίσουν ν' αυξάνονται, ο πλανήτης θα θερμαίνεται όλο και περισσότερο. Τι όμως μπορούμε να κάνουμε;

Ας δούμε μερικές από τις γεωτεχνολογικές λύσεις που προτείνονται:

1. Αποθήκευση του στο υπέδαφος

Είναι το πιο ρεαλιστικό σχέδιο με μικρό σχετικά ρίσκο. Ήδη εφαρμόζεται πειραματικά στο Weyburn του Καναδά, όπου ένας αγωγός από ατσάλι φθάνει σε βάθος 1.220 μέτρων μέσα στα πετρελαϊκά κοιτάσματα που βρίσκονται κάτω από τη στέπα. Και κάθε μέρα 5.000 τόνοι πεπιεσμένου, υγροποιημένου διοξειδίου του άνθρακα διοχετεύονται στην υπόγεια κοιλότητα. Ο στόχος είναι διπλός: το CΟ2 ωθεί το πετρέλαιο προς τα πάνω, μέσα από τον πορώδη βράχο, τη στιγμή που το πεπιεσμένο αέριο παγιδεύεται στο υπέδαφος.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη στον κόσμο προσπάθεια μείωσης του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα, η οποία ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2000. Έχοντας εξασφαλίσει περισσότερα από 13 εκατομμύρια δολάρια από δέκα και πλέον χορηγούς, όπως το υπουργείο Ενεργείας των ΗΠΑ, οι μηχανικοί ήδη έχουν αφαιρέσει από την ατμόσφαιρα 6 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα, περίπου όση ποσότητα παράγεται κατά την καύση 1 ,8 δισεκατομμυρίων λίτρων βενζίνης.

Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες «γεωτεχνολογικές» προτάσεις, αυτή βρίσκεται ήδη σε εφαρμογή, με δέκα περίπου ανάλογα προγράμματα σε φάση υλοποίησης. Το πρόβλημα, λέει Howard Herzog, επικεφαλής μηχανικός του Εργαστηρίου για την Ενέργεια και το Περιβάλλον από το ΜΙΤ, είναι ότι οι ποσότητες συμπυκνωμένου CΟ2 είναι μικρές. Αν και το αέριο αφθονεί στην ατμόσφαιρα, για τη συλλογή, τη συμπύκνωση και τη μεταφορά του απαιτούνται μεγάλα κονδύλια. Στις ΗΠΑ και τα περισσότερα άλλα κράτη δεν υπάρχουν νόμοι που να επιβάλλουν στα ήλεκτροπαραγωγικά εργοστάσια - την κυρία πηγή εκπομπών του CΟ2 - να συγκεντρώνουν το εκλυόμενο καυσαέριο.

Οι προοπτικές

Έως το 2033, στο Weybum θα έχουν αποθηκευτεί μέσα στη γη 24 εκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα. Αυτή η ποσότητα ισοδυναμεί  με την απόσυρση για ένα χρόνο 6,8 εκατομμυρίων αυτοκινήτων από τους δρόμους. Και να λάβουμε υπ' όψιν ότι πρόκειται απλώς για μία πιλοτική δοκιμή σε μία μικρή πετρελαίοπηγή.

Τα αλατούχα υδροφόρα στρώματα, οι τεράστιες ποσότητες αλμυρού νερού που βρίσκονται παγιδευμένες στο υπέδαφος για εκατομμύρια χρόνια, θα μπορούσαν να κατακρατήσουν ακόμη μεγαλύτερες ποσότητες CΟ2. Από όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες εκλύονται ετησίως 28 δισεκατομμύρια τόνοι CΟ2. Οι γεωλόγοι εκτιμούν ότι στις υπόγειες δεξαμενές και τα αλμυρά υδροφόρα στρώματα θα μπορούσαν ν' αποθηκευτούν 200.000 δισεκατομμύρια τόνοι.

Υπάρχουν όμως και μειονεκτήματα. Πριν το CΟ2 διοχετευθεί στο έδαφος, συμπιέζεται έως ότου φτάσει σε υπερκρίσιμη κατάσταση - γίνεται εξαιρετικά πυκνό και παχύρρευστο, ενώ συμπεριφέρεται περισσότερο σαν υγρό παρά σαν αέριο. Σε αυτή τη μορφή, το CΟ2 πρέπει να παραμένει παγιδευμένο στο έδαφος για χιλιάδες χρόνια, αν όχι για πάντα. Ο κίνδυνος είναι μήπως μηχανικοί κατά λάθος «αποσυμπιέσουν» μία τέτοια δεξαμενή ενώ ψάχνουν για πετρέλαιο ή φυσικό αέριο. Υπάρχει επίσης το ενδεχόμενο το διοξείδιο του άνθρακα ν' αρχίσει να διαρρέει αργά μέσω φυσικών ρωγμών στα υπόγεια πετρώματα και έτσι να καταλήξει σε υπόγεια και κελάρια.

2.  Φιλτράρισμα του αέρα

Λιγότερο ρεαλιστικό από την προηγούμενη λύση που βρέθηκε από τον Klaus Lackner. Η ιδέα του αντιμετωπίζεται με επιφυλάξεις από το Μάρτιο του 1999, όταν σε ένα διεθνές συμπόσιο πρότεινε για πρώτη φορά την αφαίρεση του διοξειδίου του άνθρακα από τον ατμοσφαιρικό αέρα. Όλοι τότε που άκουσαν την ιδέα του αντέδρασαν με τρομερή δυσπιστία, θυμάται ο Lackner, φυσικός από το Κέντρο Γεωμηχανικής του Πανεπιστημίου Columbia.

Ο Klaus Lackner πρότεινε την κατασκευή τεραστίων φίλτρων που θα δεσμεύουν τα μόρια του CΟ2 καθώς αυτά θα περνούν από μέσα τους παρασυρμένα από τον άνεμο. Στους πόρους των φίλτρων θα κυκλοφορεί υδροξείδιο του νατρίου ή υδροξείδιο του ασβεστίου — δύο ενώσεις που αντιδρούν με το διοξείδιο του άνθρακα — περίπου όπως κυκλοφορεί το αντιπηκτικό υγρό στο ψυγείο του αυτοκίνητου σας. Σε δεύτερη φάση, το CΟ2 θα εξάγεται από το προϊόν της χημικής αντίδρασης. Έτσι, η αρχική χημική ένωση θ' ανακυκλώνεται στο φίλτρο, ενώ το CΟ2 θ' αποθηκεύεται σε ειδικούς χώρους.

Ο Klaus Lackner συνεργάζεται με το μηχανικό Allen Wright, ο οποίος ίδρυσε την εταιρεία Global Research Technologies στην Αριζόνα. Ο Wright αναπτύσσει ένα πρότυπο φίλτρο καθαρισμού του αέρα, όμως δε θέλει ν' αποκαλύψει στοιχεία για το πρόγραμμα. Εκτιμά ότι το σύστημα θα χρειαστεί τουλάχιστον δύο ακόμη χρόνια για να ολοκληρωθεί.

Οι προοπτικές

Τα φίλτρα θα μπορούν να εγκατασταθούν εκεί όπου παράγεται διοξείδιο του άνθρακα, επομένως γλιτώνουμε τη μεταφορά του αερίου. Ο Lackner υπολογίζει ότι για ένα φίλτρο που θα δεσμεύει 25 τόνους CΟ2 ετησίως — ποσότητα ίση με το διοξείδιο του άνθρακα που αναλογεί σε κάθε Αμερικανό σε ετήσια βάση — θα χρειάζεται μία συσκευή με μέγεθος όσο περίπου μία μεγάλη τηλεόραση πλάσματος. Ένα φίλτρο βιομηχανικού μεγέθους, με ύψος 61 μ. και πλάτος 50, θα παγιδεύει περίπου 90.000 τόνους CΟ2 κάθε χρόνο.

Μερικοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι δεν είναι εύκολο ν' απομονωθεί το διοξείδιο του άνθρακα από τη χημική ουσία που θ' αντιδρά, μία ενεργοβόρα διαδικασία για την οποία θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πάλι ορυκτά καύσιμα. Η συγκέντρωση του CΟ2 στον αέρα είναι τόσο μικρή ώστε για την αφαίρεση του θα πρέπει να καταναλωθεί πολλή ενεργεία. Και για να δεσμευτεί όλο το διοξείδιο του άνθρακα που εκλύεται στην ατμόσφαιρα, θα πρέπει να καλύψουμε με αυτά τα φίλτρα μία τεραστία περιοχή, στο μέγεθος της Αριζόνα.

3. Εμπλουτισμός των ωκεανών

Άκρως ρεαλιστικό αλλά με μεγάλο ρίσκο είναι η ιδέα του ωκεανογράφου John Martin. Σε διάλεξη του πριν από μία δεκαετία, ο Martin είχε πει: "Δώστε μου τη μισή ποσότητα από το σίδηρο που χωρά σε ένα τάνκερ και εγώ θα προκαλέσω μία νέα εποχή των παγετώνων". Βασιζόταν στο παράδοξο γεγονός ότι στο Νότιο Ωκεανό δεν παρατηρείται το παραμικρό ίχνος θαλάσσιας ζωής, παρόλο που περιέχει θρεπτικά συστατικά και μεταλλικά στοιχεία. Ο Martin είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ωκεανός  περιέχει μικρή ποσότητα σίδηρου, ένα βασικό συστατικό για την ανάπτυξη του πλαγκτόν. Προσθέτοντας σίδηρο, υποστηρίζει ο Martin, η θερμοκρασία του πλανήτη θα μειωθεί, αφού θ' αναπτυχθούν αποικίες πλαγκτόν οι οποίες θα καταναλώνουν CΟ2.

Για να ελέγξουν την ιδέα του σπς 5 Ιανουαρίου 2002, ένα ερευνητικό σκάφος του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Scripps, ξεκίνησε από τη Νέα Ζηλανδία με προορισμό το Νότιο Ωκεανό — μία λωρίδα παγωμένης θάλασσας που χωρίζει την Ανταρκτική από τον υπόλοιπο κόσμο. Φτάνοντας εκεί, έριξαν 2,7 τόνους ρινισμάτων σιδήρου στη θάλασσα, θέλοντας να διερευνήσουν τι επιπτώσεις θα είχε αυτό στο θαλάσσιο περιβάλλον.

Επικεφαλής της αποστολής ήταν ο ωκεανογράφος Kenneth Coale. Θεωρεί ότι το πείραμα σημείωσε επιτυχία, αποδεικνύοντας ότι με σχετικά μικρές ποσότητες σίδηρου θα μπορούσαν ν' αναπτυχθούν τεράστιες εκτάσεις με πλαγκτόν.

Οι επιστήμονες δείχνουν επιφυλακτικοί, υποστηρίζοντας ότι γνωρίζουμε πολύ λίγα για τους ωκεανούς ώστε να μπορούμε να προχωρήσουμε σε ανάλογα πειράματα μεγάλης κλίμακας. Τον Οκτώβριο, ο Coale μαζί με άλλους επιστήμονες θα βρεθούν στη Νέα Ζηλανδία για ένα συνέδριο στο οποίο θ' αποφασιστούν τα επόμενα βήματα.

Οι προοπτικές

Ο εμπλουτισμός των ωκεανών με σίδηρο είναι η φθηνότερη και πιο εύκολη πρόταση για τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα. Ο Coale εκτιμά ότι μόλις 450 γραμμάρια σιδήρου θα μπορούσαν ν' αναπτύξουν αρκετό πλαγκτόν ώστε να δεσμευτούν 45,4 τόνοι CΟ2. "Ακόμη και αν η απόδοση της μεθόδου δεν ξεπερνά το 1%, με 10 σεντ θα μπορούμε να δεσμεύσουμε μισό τόνο άνθρακα».

"Αυτό που δε γνωρίζουμε", λέει ο Coale, "είναι εάν θα ενεργοποιηθεί ένας μηχανισμός ντόμινο, με αρνητικές συνέπειες για τον υπόλοιπο ωκεανό και την τροφική αλυσίδα". Έτσι, υπάρχει κίνδυνος οι τεράστιες ποσότητες πλαγκτόν, εκτός από το CΟ2, να καταναλώνουν και θρεπτικά συστατικά. Υποθαλάσσια ρεύματα μεταφέρουν ποσότητες νερού από το Νότιο Ωκεανό προς τα βόρεια, σε περιοχές όπου κοπάδια ψαριών τρέφονται κυρίως με αυτά τα συστατικά. Όπως λέει ο Coale, "Εμπλουτίζοντας αυτή τη θαλάσσια περιοχή με σίδηρο για να μειώσουμε το ατμοσφαιρικό CΟ2, ίσως άθελα μας να εξαλείψουμε κάθε μορφή ζωής από τους ωκεανούς".

4. Μετατροπή του CΟ2 σε πέτρωμα

Λιγότερο ρεαλιστικό και με μικρό ρίσκο είναι αυτή η λύση, με την οποία μπορούμε να μετατρέψουμε το διοξείδιο του άνθρακα σε πέτρωμα, Το Γκραντ Κάνιον είναι από τις μεγαλύτερες λεκάνες απόθεσης διοξειδίου του άνθρακα στον κόσμο. Πριν από εκατοντάδες χρόνια, η περιοχή καλυπτόταν από θάλασσα, το διοξείδιο του άνθρακα του νερού όμως αντέδρασε με άλλες χημικές ουσίες, παράγοντας ανθρακικό ασβέστιο, το γνωστό μας ασβεστόλιθο.

Αυτή η φυσική μέθοδος μετατροπής του CΟ2σε πέτρωμα είναι εξαιρετικά αργή, ερευνητές όμως από το Επιστημονικό Εργαστήριο Goldwater Materials, στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, μελετούν έναν τρόπο επιτάχυνσης της. Οι Michael McKelvy και Andrew Chizmeshya χρησιμοποιούν οφίτη και ολίβίνη, φθηνά ορυκτά που απαντώνται σε αφθονία στη φύση, ώστε, με τη χημική αντίδραση που προκαλείται, το CO2 να μετατραπεί σε ανθρακικό μαγνήσιο. Για να ξεκινήσει η αντίδραση — η οποία είναι γνωστή ως «ορυκτή ενανθράκωση» — το CΟ2 συμπιέζεται, θερμαίνεται και αναμειγνύεται με τη χημική ουσία που θ' αντιδράσει, καθώς και έναν καταλύτη, το διττανθρακικό νάτριο (μαγειρική σόδα).

Θα χρειάζονταν τεράστιες ποσότητες οφίτη και ολιβίνη για να επεξεργαστούν εκατομμύρια τόνοι CΟ2. Από ένα μόνο εργοστάσιο ορυκτής ενανθράκωσης θα παραγόταν ένα βουνό πετρώματος, όμως, όπως λέει ο McKelvy, μπορούμε να ενανθρακώσουμε το CΟ2 και να το μεταφέρουμε εκεί από όπου εξορύχθηκαν οι πρώτες ύλες.

Οι προοπτικές

Η ορυκτή ενανθράκωση είναι απλώς η επιταχυνόμενη εκδοχή μίας ήπιας φυσικής διεργασίας. Ο ασβεστόλιθος στο Γκραντ Κάνίον έχει πάχος 152 μ., και βρίσκεται εκεί για χιλιετίες, χωρίς καμία αρνητική επίπτωση.

Η ενανθράκωση ενός τόνου CΟ2 θα κόστιζε περίπου 70 δολλάρια, τιμή που κρίνει πολύ υψηλή ο McKelvy. Επίσης, τόσο οι πρώτες ύλες όσο και το CΟ2 θα πρέπει να θερμανθούν σε υψηλές θερμοκρασίες. Θα πρέπει δηλαδή να χρησιμοποιούμε ορυκτά καύσιμα για να ενεργοποιήσουμε την αντίδραση που θα δεσμεύει το CΟ2.

5. Αύξηση της νεφοκάλυψης για την ανάκλαση της ακτινοβολίας

Με όχι και τόση ρεαλιστικότητα και ρίσκο αυξημένο είναι η επόμενη πρόταση για την υπερθέρμανση του πλανήτη, που δεν στοχεύει όμως στη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα. Αντίθετα, στοχεύει στη μείωση των θερμοκρασιών και στην επάνοδο τους στα φυσιολογικά επίπεδα με τη βοήθεια τεχνικών εκτροπής ή φιλτραρίσματος της ηλιακής ακτινοβολίας.

Καθημερινά, το 1/3 περίπου των ωκεανών καλύπτεται από στρωματοσωρείτες, νέφη που σχηματίζονται πάνω από τη θάλασσα και κυρίως στην περιοχή των τροπικών. Τα νέφη σχηματίζονται όταν οι υδρατμοί επικολλώνται σε μόρια σκόνης ή άλλα σωματίδια, δημιουργώντας αιωρούμενα σταγονίδια. Με τη «σπορά» των νεφών με μικροσκοπικά σωματίδια αλατιού θα σχηματίζονταν περισσότερα σταγονίδια - έτσι τα νέφη θα γίνονταν λευκότερα και θ' ανακλούσαν μεγαλύτερο ποσοστό της ηλιακής ακτινοβολίας.

Σύμφωνα με το φυσικό John Latham, από το Εθνικό Κέντρο Ατμοσφαιρικών Ερευνών στο Boulder του Κολοράντο, με την αύξηση της ανακλαστικότητας (διεθνώς albedo) μόλις κατά 3% στους θαλασσίους στρωματοσωρείτες, η ηλιακή ακτινοβολία θα μειωνόταν σε τέτοιο βαθμό που πρακτικά θα είχαμε λύσει το πρόβλημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη. «Θα λειτουργούν σαν κάτοπτρα για την προσπίπτουσα ηλιακή ακτινοβολία», εξηγεί ο Latham.

Ο Latham συνεργάζεται με τον Stephen Salter, ομότιμο καθηγητή μηχανολογικού σχεδιασμού από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ο οποίος αναπτύσσει προσχέδια σκαφών που θα χρησιμοποιούν την αιολική ενεργεία για να ψεκάσουν την ατμόσφαιρα στην περιοχή των τροπικών με αλάτι. «Σχεδιάζω ένα στόλο από ρομποτικά σκάφη», λέει ο Salter. «Οι ανεμογεννήτριες θα παράγουν ηλεκτρική ενεργεία, η οποία θα χρησιμοποιείται για την παραγωγή του ψεκαζόμενου αερίου».

Ο Salter σκοπεύει να εγκαταστήσει σε κάθε σκάφος 4 ρότορες Flettner, οι οποίοι, αν και μοιάζουν με καμινάδες, λειτουργούν σαν ιστία. Ένας ηλεκτρικός κινητήρας θέτει κάθε ρότορα σε κίνηση, ενώ ο τελευταίος, με τη βοήθεια του ανέμου, προκαλεί διαφορική πίεση (η πίεση είναι μικρότερη μπροστά από το ρότορα σε σχέση με το πίσω μέρος του), που δίνει ώθηση στο σκάφος. Από την κορυφή του ρότορα, ένα στροφείο θα ψεκάζει την ατμόσφαιρα με θαλασσινό νερό σε αέρια μορφή.

Ο Latham ανέφερε για πρώτη φορά αυτή την ιδέα το 1990, σε ένα άρθρο του. «Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε», λέει σήμερα. Στις αρχές όμως της περασμένης χρονιάς παρουσίασε ξανά την πρόταση του, σε ένα συνέδριο που διοργάνωσε το ΜΙΤ και το Κέντρο Tyndall για την Έρευνα των Κλιματικών Αλλαγών. «Οι ιδέες που κάποτε αντιμετωπίζονταν ως ανέφικτες, σήμερα θεωρούνταί από τους περισσότερους αρκετά αξιόλογες ώστε να διερευνηθούν περαιτέρω. Η πρόταση μας ανήκει σ' αυτή την κατηγορία». Ο Latham χρειάζεται λίγα εκατομμύρια δολάρια για να δοκιμάσει την ιδέα του στην πράξη. «Συγκρινόμενο με το κόστος από τις καταστροφές που θα προκαλέσει η υπερθέρμανση του πλανήτη, το ποσό αυτό είναι αστείο».

Οι προοπτικές

Το πλεονέκτημα αυτής της ιδέας είναι ότι πρόκειται για μία ήπια παρέμβαση στο περιβάλλον. «Εάν κατά τη δοκιμή της προκύψει κάποιο απρόοπτο, θα μπορούσαμε να σταματήσουμε άμεσα. Έτσι, σε 4 με 5 μέρες θα έχει εξαλειφθεί οποιαδήποτε παρενέργεια», λέει ο Latham.

Μολονότι τα σωματίδια αλατιού είναι ιδανικά για το σχηματισμό στρωματοσωρειτών πάνω από τη θάλασσα, έχουν πολύ μικρό μέγεθος για να προκαλέσουν βροχή. «Ίσως μετά να είναι πιο δύσκολο να προκληθεί βροχόπτωση», λέει ο Salter. «Επομένως, η λύση αυτή δεν ενδείκνυται για περιοχές όπου επικρατεί έντονη ξηρασία».

6. Εκτροπή των ακτίνων του Ήλιου με κάτοπτρο

Ελάχιστη ρεαλιστικότητα και αυξημένο ρίσκο έχει η πρόταση αυτή. Πρόκειται για μια πολύ φιλόδοξη ιδέα, με την οποία θα κατασκευαστεί ένα τεράστιο διαστημικό κάτοπτρο, που θα εγκατασταθεί μεταξύ του Ήλιου και της Γης για να μπλοκάρει το φως του Ήλιου. Το κάτοπτρο θα μοιάζει με δίχτυ, για την κατασκευή του οποίου ο φυσικός Lowell Wood από το Lawrence Livermore προτείνει να χρησιμοποιηθούν ίνες αλουμινίου με διάμετρο μόλις 0,02 εκατομμυριοστά, οι οποίες θ' απέχουν 0,02 χιλιοστά μεταξύ τους. Το κάτοπτρο αυτό δε θα μπλοκάρει στην πραγματικότητα το φως, απλώς θα το φιλτράρει ώστε ένα ποσοστό της υπέρυθρης ακτινοβολίας να μη φτάνει ποτέ στη γήινη ατμόσφαιρα.

Ο Wood, ο οποίος μελετά αυτή την πρόταση εδώ και μία δεκαετία, λέει ότι θ' αποτελέσει μία δικλείδα ασφαλείας: θα χρησιμοποιηθεί μόνο εάν όλες οι υπόλοιπες λύσεις αποτύχουν ή φέρουν πολύ φτωχά αποτελέσματα μέσα στις επόμενες δεκαετίες.

Από τη στιγμή που θα εγκατασταθεί, το κόστος λειτουργίας του κατόπτρου είναι μηδαμινό. Από τη Γη, θα μοιάζει με μία μικρή μαύρη κηλίδα στον Ήλιο. «Ουσιαστικά δε θα είναι παρατηρήσιμο», λέει ο Michael MacCracken. Επίσης, δεν αναμένεται να επηρεαστεί η διαδικασία της φωτοσύνθεσης με τη μείωση της ηλιακής ακτινοβολίας.

Εάν εκτρέπεται μόλις το 1% της ακτινοβολίας, ο Wood εκτιμά ότι το κλίμα θα σταθεροποιηθεί: θα χρειαζόταν όμως ένα κάτοπτρο επιφανείας περίπου 966.000 τετρ. χλμ. - ή αρκετά κάτοπτρα μικρότερου μεγέθους. Η εγκατάσταση ενός τόσο μεγάλου αντικείμενου σε τροχιά γύρω από τη Γη θα είναι πολύ δύσκολη, αλλά και εξωφρενικά ακριβή.
 

Δείτε και τα σχετικά άρθρα
Αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα στο υπέδαφος για τη μείωση του στον αέρα