Ο βομβαρδισμός της Γης πριν περίπου 3,9 δισεκατομμύρια χρόνια από αστεροειδείς στο μέγεθος του Κάνσας δεν θα είχε τη δύναμη να εξαφανίσει ολοκληρωτικά την πρώιμη μορφή της ζωής στον πλανήτη μας, ενώ μπορεί ακόμη και να της είχε δώσει μια ώθηση, λέει μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο. Συμπεραίνει μάλιστα ότι η ζωή στη Γη μπορεί να εμφανίστηκε αμέσως μετά τη σχηματοποίησή της από άμορφη μάζα σκόνης και αερίου σε πλανήτη.
Στοιχεία για βομβαρδισμούς που βρίσκουμε στα σεληνιακά δείγματα, μετεωρίτες και τις σημαδεμένες επιφάνειες των εσωτερικών πλανητών, δίνουνε μια εικόνα για ένα βίαιο περιβάλλον, στο ηλιακό μας σύστημα, κατά τη διάρκεια της Εποχής του Άδη 4,5 έως 3,8 δισεκατομμύρια χρόνια πριν. Ειδικά μέσω ενός κατακλυσμιαίου γεγονότος, γνωστού ως Τελευταίος Βαρύς Βομβαρδισμός που συνέβη πριν περίπου 3,9 εκατομμύρια χρόνια. Αν και πολλοί πιστεύουν ότι οι βομβαρδισμοί αυτοί θα είχαν ‘αποστειρώσει’ τη Γη, η νέα μελέτη δείχνει ότι θα είχε τήξη μόνο ένα τμήμα του φλοιού της Γης, και ότι τα μικρόβια (από τις πρώτες μορφές ζωής) θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν επιβιώσει κάτω από την επιφάνεια, απομονωμένα από την καταστροφή.
“Τα νέα αποτελέσματα δείχνουν μια δυνατή ώθηση στο ξεκίνημα της ζωής στη Γη 3,9 δισ. χρόνια πριν”, δήλωσε ο ερευνητής Oleg Abramov. “Υπάρχει μάλιστα το ενδεχόμενο η ζωή να είχε εμφανιστεί πριν από 4,4 δισεκατομμύρια χρόνια, την εποχή που θεωρείται ότι είχαν δημιουργηθεί και οι πρώτοι ωκεανοί.”
Μέχρι τώρα οι επιστήμονες νόμιζαν ότι καμία μορφή ζωής δεν μπορούσε να επιζήσει από την περίοδο εκείνη, διάρκειας εκατομμυρίων ετών, κατά την οποία η τότε νεαρή Γη χτυπήθηκε από μετεωρίτες που δημιούργησαν κρατήρες στο μέγεθος της Γαλλίας και της Ταϊλάνδης. Περίπου 200 εκατομμύρια δισεκατομμύρια τόνοι διαστημικού υλικού χτύπησαν συνολικά τον πλανήτη. Η θερμότητα από αυτό το ανελέητο σφυροκόπημα ήταν τόσο έντονη που προκάλεσε το λιώσιμο της επιφάνειας της Γης, καθιστώντας την μάλλον μη κατοικήσιμη ακόμη και για μορφές ζωής ανθεκτικές στη θερμότητα, όπως είναι τα μικρόβια.
Πάνω στο θέμα αυτό δημοσιεύτηκε μια εργασία από τον ερευνητή Oleg Abramov και τον καθηγητή των γεωλογικών επιστημών Stephen Mojzsis στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, στο περιοδικό Nature.
Επειδή οι φυσικές αποδείξεις για τον πρώιμο βομβαρδισμό της Γης έχουν ήδη διαγραφεί από τα αρχεία της Γης, λόγω των μεγάλων αλλαγών στην επιφάνεια από τις κινήσεις των Τεκτονικών πλακών για αιώνες και του κλίματος, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στοιχεία από τους βράχους του φεγγαριού, που έφεραν πίσω οι αστροναύτες του Απόλλωνα, στους οποίους είναι καταγραμμένοι οι βομβαρδισμοί της Σελήνης, από μετεωρίτες που ήρθαν από τον Άρη και τον Ερμή, καθώς και προηγούμενες θεωρητικές μελέτες για την κατασκευή τρισδιάστατων υπολογιστικών μοντέλων που αναπαράγουν το βομβαρδισμό.
Οι Abramov και Mojzsis συνέδεσαν το μέγεθος του αστεροειδή, τη συχνότητα και τις εκτιμήσεις τους για την κατανομή στις προσομοιώσεις για τη χαρτογράφηση της καταστροφής της Γης, κατά τη διάρκεια του Τελευταίου Βαρύ Βομβαρδισμού, που εκτιμάται ότι κράτησε για 20 έως 200 εκατομμύρια χρόνια.
Τα τρισδιάστατα μοντέλα επέτρεψαν στους Abramov και Mojzsis να παρακολουθήσουν τις θερμοκρασίες που υπήρχαν κάτω από τους κρατήρες, για να εκτιμήσουν τη θέρμανση και την ψύξη του φλοιού μετά από τις μεγάλες προσκρούσεις, προκειμένου να αξιολογήσουν την ικανότητα τους να φιλοξενούν ζωή, λέει ο Abramov. Η μελέτη αναφέρει ότι λιγότερο από το 25% του φλοιού της Γης θα είχε λιώσει κατά τη διάρκεια ενός τέτοιου βομβαρδισμού.
Οι ερευνητές μάλιστα αύξησαν την ένταση του βομβαρδισμού από αστεροειδείς στις προσομοιώσεις του κατά 10 φορές – ένα γεγονός που θα μπορούσε να έχει εξατμίσει τους τότε ωκεανούς της Γης. “Ακόμη και κάτω από ακραίες συνθήκες βλέπουμε ότι η Γη δεν θα είχε αποστειρωθεί εντελώς από τους βομβαρδισμούς,” είπε ο Abramov.
Αντίθετα, μπορεί να οι υδροθερμικές πηγές να έδωσαν στέγη για μικρόβια που ζουν σε ακραίες θερμοκρασίες, γνωστά ως “υπερθερμοφιλικά βακτήρια”, μετά τους βομβαρδισμούς, δήλωσε ο Mojzsis. Ακόμη και αν η ζωή δεν προέκυψε 3,9 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, τέτοια υπόγεια καταφύγια θα μπορούσαν να ήταν ένα χωνευτήρι για την προέλευση της ζωής στη Γη, δήλωσε ο Mojzsis.
Οι ερευνητές συμπέραναν ότι υπόγεια μικρόβια που ζουν σε θερμοκρασίες που κυμαίνονται από 80 έως 110 βαθμούς Κελσίου θα έχουν ακμάσει κατά τη διάρκεια του Τελευταίου Βαρύ Βομβαρδισμού. Τα μοντέλα τους δείχνουν ότι τα υπόγεια περιβάλλοντα για τα εν λόγω μικρόβια, αυξήθηκαν σε όγκο και διάρκεια, λόγω των τεράστιων συγκρούσεων. Ορισμένα δε μικρόβια που ζουν σε ακραίες συνθήκες στη Γη σήμερα – συμπεριλαμβανομένων και αυτών που ζουν στις υδροθερμικές πηγές στο Yellowstone – ευδοκιμούν στους 110 βαθμούς Κελσίου.
Τα μοντέλα τους δείχνουν ότι το ποσοστό της αποστειρωμένης επιφάνειας δεν ξεπέρασε το 37% σε καμία στιγμή, και ότι μόνο στο 10% της επιφάνειας η θερμοκρασία ξεπέρασε τους 500 βαθμούς Κελσίου. Η θερμοκρασία αυτή είναι φυσικά πολύ υψηλή, αλλά μεγάλο μέρος της Γης ήταν αρκετά ψυχρό, κατάλληλο για διάφορες οικογένειες μικροβίων. Επιπλέον, κάποια μικρόβια θα μπορούσαν να ζήσουν αρκετά χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της Γης, όπως συμβαίνει με πολλές από τις απλές μορφές ζωής που γνωρίζουμε σήμερα.
Τα γεωλογικά δεδομένα δείχνουν ότι η ζωή στη Γη ήταν παρούσα τουλάχιστον 3,83 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, δήλωσε ο Mojzsis. “Έτσι δεν είναι παράλογο να υποθέσουμε πως υπήρχε ζωή στη Γη πριν από 3,9 δισεκατομμύρια χρόνια. Γνωρίζουμε από τα γεωχημικά αρχεία ότι ο πλανήτης μας ήταν κατεξοχήν κατοικήσιμος από τότε. Η νέα λοιπόν μελέτη έλυσε ένα μεγάλο πρόβλημα άλλων ερευνών για την προέλευση της ζωής, διώχνοντας μακριά την ανάγκη για πολλαπλές προελεύσεις της ζωής στη Γη. “
Ο ίδιος τάσσεται λιγότερο υπέρ της άποψης ότι τα πάντα στη σφαίρα της βιολογίας προέρχονται από ένα «κοινό παγκόσμιο πρόγονο». “Θα μπορούσαν να είναι μία κοινότητα ταυτόχρονα αναπτυσσόμενων πρώτο-οργανισμών που δημιούργησαν πληθυσμούς”, αναφέρει.
Οι περισσότεροι πλανητικοί επιστήμονες πιστεύουν ότι ένας ελεύθερος πλανήτης μεγάλος, όπως ο Άρης, κτύπησε τη Γη καταφέροντας της ένα φοβερό πλήγμα πριν 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, που εξάτμισε την ίδια και μέρος της Γης. Η σύγκρουση αυτή θα δημιούργησε ένα τεράστιο πυκνό νέφος ατμών, από το οποίο δημιουργήθηκαν μικρά ‘φεγγαράκια΄ και που αργότερα συνενώθηκαν φτιάχνοντας το δικό μας φεγγάρι. “Αυτό το γεγονός, που προηγήθηκε από τον Τελευταίο Βαρύ Βομβαρδισμό κατά τουλάχιστον 500 εκατομμύρια χρόνια, θα είχε κάνει πράγματι reset στη Γη”, είπε.
“Ωστόσο, τα αποτελέσματά μας δείχνουν με έντονο τρόπο ότι δεν έγιναν τέτοια γεγονότα, επειδή ο σχηματισμός του φεγγαριού ήταν ικανός να καταστρέψει τον φλοιό της Γης και να εξαφανίσει την όποια βιόσφαιρα που ήταν παρούσα τότε,” είπε ο Mojzsis. “Αντί να κόψει το δέντρο της ζωής, η άποψή μας είναι ότι ο βομβαρδισμός το κλάδεψε.”
Τα αποτελέσματα, επίσης, υποστηρίζουν την δυνατότητα ύπαρξης μιας μικροβιακής ζωής και σε άλλους πλανήτες όπως ο Άρης ή ίσως ακόμη και σε άλλους βραχώδεις εξωπλανήτες, που ενδέχεται να έχουν υποστεί βομβαρδισμούς και να τροποποιήθηκε η επιφάνεια τους, ανέφερε ο Abramov.
“Το πότε ακριβώς προήλθε η ζωή στη Γη είναι ένα ζήτημα που συζητείται έντονα”, λέει ο επιστήμονας της αστροβιολογίας της NASA Michael New, διαχειριστής του προγράμματος Εξωβιολογίας και Εξελικτικής Βιολογίας. “Τα ευρήματα αυτά είναι σημαντικά, επειδή δείχνουν πως η ζωή θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει πολύ πριν από τον Τελευταίο Βαρύ Βομβαρδισμό, κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου του Άδη 3,8 δισ. έως 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια πριν.”
Σε μια άλλη μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Όσλο που μελέτησαν ευρήματα από τη Χαβάη και την Ισλανδία, υποστηρίζουν ότι κάθε 15 εκατ. χρόνια ο πυρήνας της Γης παράγει και στέλνει στην επιφάνεια μεγάλες ποσότητες μάγματος. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο φλοιός του πλανήτη «παχαίνει» ανά 15 εκατ. έτη. Αν η έρευνα επιβεβαιωθεί, θα αλλάξει άρδην τα όσα πιστεύαμε ως σήμερα για τις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό του πλανήτη μας. Οι ειδικοί που μελέτησαν την έρευνα αναφέρουν ότι αυτές οι «ενέσεις» μάγματος αποτελούν ένα είδος καρδιακού σφυγμού που επιτρέπει στον πλανήτη να λειτουργεί ομαλά.
Πηγή: ScienceDaily, 20 Μαΐου 2009
Leave a Comment