Ο Γανυμήδης είναι ο μεγαλύτερος δορυφόρος του Δία και φυσικά του ηλιακού μας συστήματος. Έχει διάμετρο 5.268 χλμ δηλαδή είναι μεγαλύτερος του Ερμή και του Πλούτωνα, ενώ περιστρέφεται γύρω από τον Δία σε 7 ημέρες και 4 ώρες περίπου. Είναι αρκετά λαμπρός, πέμπτου μεγέθους (5,1) και επομένως ορατός με γυμνό μάτι. Εξ αιτίας όμως της θέσης του, πολύ κοντά στον Δία, συμβαίνει να καλύπτεται από τη λαμπρότητα του. Πάντως σε ασέληνες νύκτες, χωρίς σύννεφα και μακριά από το φως των πόλεων είναι δυνατή η παρατήρησή του. Γενικά μοιάζει με πλανήτη αφού πρώτον υπερτερεί του Ερμή και δεύτερον έχει δικό του μαγνητικό πεδίο.
Ανακαλύφθηκε από τον Γαλιλαίο πριν 400 χρόνια, στις 11 Ιανουαρίου του 1610, αμέσως μετά την ανακάλυψη δύο άλλων επίσης μεγάλων δορυφόρων του Δία, με τη βοήθεια της πρώτης διόπτρας που ο ίδιος κατασκεύασε.
Λέγεται και τρίτος δορυφόρος του Δία ή ΙΙΙ, επειδή ήταν ο τρίτος δορυφόρος σε απόσταση από τον πλανήτη του, αν και στη πραγματικότητα σήμερα είναι ο τέταρτος στη σειρά. Πολύ αργότερα ανακαλύφθηκε ένας άλλος δορυφόρος, που είναι πρώτος σε απόσταση και αποφασίσθηκε να μην αλλάξει η ιστορικότητα της σειράς αυτής.
Για 30 χρόνια οι ερευνητές αναζητούσαν να μάθουν ποιά γεωλογική διαδικασία θα μπορούσε να δώσει αρκετή θερμότητα στον Γανυμήδη, ώστε να έχει ένα πυρήνα από λιωμένο μέταλλο – γεννήτορα του μαγνητικού του πεδίου. Οι πλανητικοί επιστήμονες Amy Barr και Robin Canup στο Boulder του Κολοράντο, θεώρησαν υπεύθυνο γι αυτό το γεγονός τον Τελευταίο Βαρύ Βομβαρδισμό (LHB). Αυτός είναι ένας υποθετικός καταιγισμός από κομήτες και (στο εσωτερικό του ηλιακού συστήματος) αστεροειδείς, που πολλοί επιστήμονες πιστεύουν ότι σφυροκόπησε το ηλιακό μας σύστημα πριν 3,9 δισεκατομμύρια χρόνια.
Όταν οι Barr και Canup προσομοίωσαν τις επιπτώσεις από τα κτυπήματα του LHB για τον Γανυμήδη βρήκαν ότι η ισχυρή βαρύτητα του Δία θα επιτάχυνε τους εισερχόμενους κομήτες και έτσι προσέλκυσε πολλούς από αυτούς κοντά στον πλανήτη. Ο Γανυμήδης, καθώς βρίσκεται κοντά στον Δία, θα είχε υποστεί μεγάλο αριθμό συγκρούσεων και μάλιστα με υψηλές ταχύτητες. Έτσι ο Γανυμήδης έλαβε αρκετή ενέργεια από τις συγκρούσεις.
Στην μοντελοποίηση τους, αυτή η θερμότητα ήταν αρκετή για να αρχίσει η τήξη των πάγων στο πρωταρχικό μείγμα πάγου και βράχων που έφτιαξαν τον Γανυμήδη. Η απόψυξη (λόγω της θέρμανσης) θα ανάγκαζε τους βράχους του φεγγαριού να αρχίσουν να βυθίζονται όλο και περισσότερο στο λασπωμένο εσωτερικό του. Στη συνέχεια οι βυθισμένοι βράχοι θα είχαν αποδώσει την βαρυτική τους ενέργεια ως θερμότητα, επιταχύνοντας έτσι τον διαχωρισμό του Γανυμήδη σε στρώματα. Τελικά, αρκετή θερμότητα από την ραδιενεργό διάσπαση θα είχε καταφέρει να μεταμορφώσει τον σίδηρο των βράχων σε λιωμένο πυρήνα, φτιάχνοντας συγχρόνως κι ένα μαγνητικό πεδίο, και σχηματίζοντας ίσως την γεωλογία της επιφάνειας του Γανυμήδη.
Leave a Comment