Τα πιο απομακρυσμένα μηχανήματα του ανθρώπου, οι πιο ακαταπόνητοι ταξιδευτές και παράλληλα "πρεσβευτές" της ανθρωπότητας, τα δύο διαστημικά οχήματα Voyager, περνάνε μέσα από μια απρόσμενη "θάλασσα" ισχυρών μαγνητικών αναταράξεων, καθώς βρίσκονται στα έσχατα όρια του ηλιακού μας συστήματος.
Αριστερά: η παλιά άποψη για την ηλιόπαυση. Δεξιά: Η νέα άποψη. Ας σημειωθεί πως οι κόκκινες και μπλε σπείρες είναι οι δυναμικές γραμμές του μαγνητικού πεδίου. Τα νέα στοιχεία από το Voyager προσθέτουν κι έναν μαγνητικό αφρό ή φυσαλίδες (σε κόκκινο χρώμα δεξιά), εξ αιτίας της επανασύνδεσης των μαγνητικών γραμμών που μεταφέρονται με τον ηλιακό άνεμο. Άρα, η ηλιόπαυση δεν αποτελεί μια συνεχή ασπίδα που χωρίζει την ηλιακή επικράτεια από το διαστρικό μέσο, αλλά μάλλον μοιάζει με μία πορώδη μεμβράνη με εξογκώματα και κοιλώματα
Τα δύο μυθικά πλέον σκάφη της NASA, που εκτοξεύτηκαν το 1977, ήδη προσεγγίζουν το απώτατο όριο όπου φτάνει η επιρροή του ήλιου μας (η λεγόμενη "ηλιόσφαιρα" που ορίζει τα "σύνορα" του ηλιακού μας συστήματος), σε απόσταση άνω των 15 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη. Παρόλα αυτά συνεχίζουν με συνέπεια να επιτελούν το καθήκον τους και να στέλνουν πίσω στην "πατρίδα" επιστημονικά στοιχεία. Έχουν, έτσι, επιτρέψει στους επιστήμονες να διαμορφώσουν μια καλύτερη εικόνα για τις συνθήκες που επικρατούν στη συνοριακή ζώνη, όπου η ύλη που εκτοξεύεται από τον ήλιο μας, συναντά το διαστρικό μαγνητικό πεδίο και την ύλη που έχει εκτοξευτεί από άλλα άστρα του γαλαξία μας.
Τα τελευταία στοιχεία, που δημοσιεύονται στο περιοδικό αστροφυσικής "The Astrophysical Journal", δείχνουν ότι οι εσχατιές του ηλιακού μας συστήματος μοιάζουν με ένα γιγάντιο και ταραγμένο τζακούζι, όπως δήλωσε ο καθηγητής Eugene Parker του πανεπιστημίου του Σικάγο.
Η ανάλυση των δεδομένων των Voyager 1 και 2, με τη βοήθεια μοντέλων ηλεκτρονικών υπολογιστών, δείχνουν πως οι γραμμές του μαγνητικού πεδίου που μεταφέρονται με τον ηλιακό "άνεμο" της ύλης που εκπέμπει το μητρικό άστρο μας, συνεχώς διασπώνται και επανασυνδέονται υπό μεγάλη πίεση. Αυτή η διαδικασία δημιουργεί μέσα στον ηλιακό άνεμο γιγάντιες "φυσαλίδες" με πλάτος μέχρι 160 εκατομμυρίων χιλιομέτρων η κάθε μία.
«Επειδή ο ήλιος περιστρέφεται με μεγάλη ταχύτητα, το μαγνητικό πεδίο του συστρέφεται και "ρυτιδιάζει", όπως η φούστα μιας μπαλαρίνας», πράγμα που εντείνεται όσο μεγαλώνει η απόσταση από τον ήλιο, δήλωσε χαρακτηριστικά ο αστρονόμος Merav Opher του πανεπιστημίου της Βοστόνης.
Αυτή η διαπίστωση έχει σημασία, κατά τους επιστήμονες, για την κατανόηση της κοσμικής ακτινοβολίας των σωματιδίων υψηλής ενέργειας που πέφτουν πάνω στη Γη με προέλευση τα μακρινά άστρα που εκρήγνυνται, τις μαύρες τρύπες και άλλα "εξωτικά" φαινόμενα του σύμπαντος. «Οι μαγνητικές φυσαλίδες αποτελούν την πρώτη γραμμή άμυνάς μας ενάντια στις κοσμικές ακτίνες. Δεν έχουμε ακόμα καταλήξει αν αυτό είναι καλό πράγμα ή όχι», δήλωσε ο Merav Opher. Είναι πιθανό η δημιουργία αυτών των ξεχωριστών μαγνητικών δομών με μορφή "φυσαλίδων" (σαν διαπερατή μεμβράνη) να κάνει το ηλιακό μας σύστημα πιο ευάλωτο και "πορώδες" στη διείσδυση των κοσμικών ακτίνων. Από την άλλη όμως, μπορεί οι κοσμικές ακτίνες να παγιδεύονται πιο αποτελεσματικά μέσα στις τεράστιες μαγνητικές "φυσαλίδες".
Οι επιστήμονες δήλωσαν έκπληκτοι από την μαγνητική αναταραχή που επικρατεί στα απώτατα όρια του ηλιακού μας συστήματος, τα οποία ανέμεναν να είναι πιο γαλήνια, καθώς ως τώρα πίστευαν ότι οι γραμμές του μαγνητικού πεδίου του ήλιου αφού έφταναν στην μέγιστη απόσταση (την "ηλιόπαυση") απλώς έκαναν μια ομαλή στροφή (σαν "αψίδα") και επέστρεφαν για να επανασυνδεθούν με το άστρο μας. Όπως όμως διαπιστώνεται τώρα χάρη στα Βόγιατζερ επικρατεί μια πιο πολύπλοκη και ταραχώδης εικόνα, που θυμίζει αφρό από τζακούζι!
Τα Voyager ολοκλήρωσαν το 1989 τον αρχικό στόχο της αποστολής τους να μελετήσουν τους εξωτερικούς πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος Δία, Κρόνο, Ουρανό και Ποσειδώνα και, έκτοτε, έβαλαν πλώρη για το "βαθύ διάστημα", με γενική κατεύθυνση το κέντρο του γαλαξία μας. Τα όργανά τους συνεχίζουν να λειτουργούν με τη βοήθεια της ραδιενέργειας, αν και, λόγω της μεγάλης απόστασης που τα χωρίζει πλέον από τον πλανήτη μας, ένα ραδιομήνυμά τους πρέπει να ταξιδέψει περίπου 16 ώρες για να φτάσει στη Γη.
Κανένας επιστήμονας ακόμα δεν είναι απόλυτα σίγουρος πού ακριβώς τελειώνει το ηλιακό μας σύστημα και πού αρχίζει ο διαστρικός χώρος, πιστεύεται όμως ότι μέσα στα επόμενα τρία έως τέσσερα χρόνια τα Voyager θα καταφέρουν να περάσουν αυτό το έσχατο όριο. Έτσι επιτέλους οι αστρονόμοι θα ξέρουν πραγματικά μέχρι που φτάνει η "επικράτεια" του ήλιου μας και μια ανθρώπινη κατασκευή θα εισέλθει στο διαστρικό κενό για πρώτη φορά, μια πραγματικά κοσμοϊστορική στιγμή.
Πηγή: ΑΠΕ, NASA
Leave a Comment