Σαν σήμερα 12 Φεβρουαρίου του 1809 γεννήθηκε ο Κάρολος Δαρβίνος, που επέφερε επαναστατικές αλλαγές στην ανθρώπινη γνώση με τη θεωρία του για τη βιολογική εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής. Μια σειρά από καλά ριζωμένες σήμερα απόψεις περί φυσικής επιλογής και εξέλιξης των ειδών χρωστούν στον θεμελιωτή τους τη θεωρητική τους επένδυση, μπολιάζοντας την επιστημονική σκέψη με νέα δεδομένα μακριά από δεισιδαιμονίες και θρησκευτικές αγκυλώσεις. Ο Δαρβίνος ήταν ένας από τους μεγάλους διανοητές που απομάγευσαν τον κόσμο, αποκαλύπτοντας τους φυσικούς μηχανισμούς και τα πρότυπα της εξέλιξης των ειδών.
Τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο μετά την έκδοση του μνημειώδους συγγράμματός του «Η Καταγωγή των Ειδών» (1859), που έδωσε στην επιστήμη τα κατάλληλα εννοιολογικά εργαλεία για να αντιπαρατεθεί αποφασιστικά με λαϊκές δοξασίες και θρησκευτικές ερμηνείες…
Λίγο μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, του έγινε μία πρόσκληση να συνοδεύσει μία εξερευνητική αποστολή, με στόχο να καταγράψει τα ζωικά είδη στα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου και στη Γη του Πυρός. Για κάθε μέρα από το 1832 έως το 1836 κρατούσε ειδικό ημερολόγιο και μετά το τέλος του ταξιδιού, άρχισε τις συγκριτικές μελέτες. Από το 1839 έως το 1846 πραγματοποίησε γεωλογικές παρατηρήσεις στις Άνδεις της Χιλής και βιολογικές παρατηρήσεις στα νησιά Γκαλάπαγκος.
Στις 27 Δεκεμβρίου 1831, το «HMS Beagle» απέπλευσε από την Αγγλία με προορισμό τον κόσμο. Στη διάρκεια του ταξιδιού, ο Δαρβίνος ήρθε σε επαφή με «πρωτόγονους» πολιτισμούς και ιθαγενείς, την ίδια ώρα που συνέλεγε μανιωδώς φυσικά δείγματα, απολιθώματα και γεωλογικά υλικά, μελετώντας ταυτόχρονα ζώα που δεν είχε συναντήσει ποτέ. Μέσα από την επιτόπια αυτή παρατήρηση και τον πειραματισμό, ο Δαρβίνος απέκτησε τη μοναδική ευκαιρία να μελετήσει από πρώτο χέρι και να ελέγξει στην πράξη τις παραδεδομένες θεωρίες της εποχής για τη ζωολογία, τη φυτολογία και τη γεωλογία. Ο Ειρηνικός Ωκεανός, τα νησιά Γκαλαπάγκος και η Λατινική Αμερική παρείχαν στον Δαρβίνο το απαραίτητο πλαίσιο για να την ανάπτυξη της θεωρίας του. Το ταξίδι είχε ωστόσο για τον ίδιο προσωπικό κόστος, με την υγεία του να κλονίζεται από την ταλαιπωρία και τις αρρώστιες.
Το 1859 δημοσίευσε τα πορίσματά του στο βιβλίο «Η προέλευση των ειδών», υποστηρίζοντας ότι τα είδη του ζωικού βασιλείου δεν παραμένουν αμετάβλητα, όπως υποστήριζε ο Αριστοτέλης, αλλά έχουν κοινή καταγωγή και μέσω της φυσικής επιλογής εξελίσσονται με την πάροδο των χιλιετιών.
Η θέση αυτή δημιούργησε έντονες αντιδράσεις από την πρώτη στιγμή, όχι μόνο από την επιστημονική κοινότητα, αλλά και από την Εκκλησία, που πιστεύει ότι η δημιουργία του κόσμου είναι αποτέλεσμα της Θείας Χάριτος. Ο Δαρβίνος χαρακτηρίστηκε άθεος και χλευάστηκε ως απόγονος πιθήκων, ενώ κάποιοι από τους υποστηρικτές του σύρθηκαν στα δικαστήρια (Δίκη των Πιθήκων). Δώδεκα χρόνια αργότερα (1871), ο Δαρβίνος δημοσίευσε ένα ακόμη βιβλίο με τίτλο «Η καταγωγή του ανθρώπου και η φυσική επιλογή», όπου υποστήριξε ότι ο άνθρωπος κατάγεται από τα πιθηκοειδή. Σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης, το «είδος» δεν είναι σταθερό κι αναλλοίωτο. Όλα τα είδη των φυτών και των ζώων, που έζησαν πάνω στη Γη ή που εξακολουθούν να ζουν, είναι το αποτέλεσμα της ασταμάτητης μεταβολής, της εξέλιξης από μια ή ελάχιστες υποτυπώδεις αρχικές μορφές. Αιτία της εξέλιξης είναι η φυσική επιλογή, που οφείλεται στον αγώνα για τη «διαιώνιση του είδους». Είναι ένας αγώνας, που τον διεξάγουν όλα τα ζωντανά πλάσματα της φύσης και κατά είδη και κατά άτομα του ίδιου είδους. Έτσι, κάθε άτομο και κάθε είδος αναπτύσσει εκείνες τις ιδιότητες που το βοηθούν να επιβιώσει ή δημιουργεί νέες, ανάλογα με το τι απαιτεί η προσαρμογή του στο περιβάλλον, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια, η «διαιώνιση».
Με την κληρονομικότητα, οι αναπτυγμένες ή νέες ιδιότητες μεταβιβάζονται στους απογόνους, ενώ οι άχρηστες ατροφούν και, συχνά, χάνονται. Μια τέτοια φυσική επιλογή επικράτησε 600.000.000 πριν, όταν η ζωή βγήκε στη στεριά.
Σήμερα, είναι βεβαιωμένο πως ο άνθρωπος και ο πίθηκος έχουν κοινούς προγόνους αλλά ο ένας δεν είναι η συνέχεια του άλλου.
Πάνω από ένα αιώνα μετά το θάνατό του, η επιστημονική κοινότητα έχει αποδεχτεί τη θεωρία του, η οποία επαληθεύτηκε στο μεταξύ μέσα από πλήθος παρατηρήσεων και νεότερων ανακαλύψεων.
Ο Κάρολος Ροβέρτος Δαρβίνος πέθανε το 1882, σε ηλικία 73 χρόνων.