Λίγα ζώα άνω των πενήντα κιλών άντεξαν τον όλεθρο της Ύστερης Κρητιδικής, πριν από 65 περίπου εκατομμύρια χρόνια. Το σύννεφο σκόνης έφερε σκοτάδι και κρύο στην επιφάνεια της Γης για μήνες. Οι δεινόσαυροι πάγωσαν και λιμοκτόνησαν. Κάποια μικρά πλάσματα όμως, κατέφυγαν στη γη. Όταν πρόβαλαν, διαπίστωσαν ότι τα τέρατα που τα κυνηγούσαν είχαν εξαφανιστεί. Η Γη γινόταν ο πλανήτης των θηλαστικών.
Καλλιτεχνική απεικόνιση της γεωγραφίας του χώρου της Μεσογείου, όταν ήταν ξηρή και δεν επικοινωνούσε με τον Ατλαντικό. Στη ένθετη εικόνα φαίνεται η μετανάστευση θηλαστικών (π.χ. τρωκτικών, καμηλών) από την Αφρική προς την Ιβηρία.
Η λεκάνη της Μεσογείου πριν από 5,5 εκατομμύρια χρόνια ήταν έρημος, όπου δεν φύτρωνε τίποτα. Δυόμισι εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα άμμος και αλάτι. Πολύ πιο αφιλόξενη από κάθε σημερινό περιβάλλον της Γης. Η θερμοκρασία την ημέρα ήταν τόση, που έψηνες ψωμί. Η στάθμη της θάλασσας ήταν 1,6 χιλιόμετρα ψηλότερα, ενώ η ατμοσφαιρική πίεση ήταν 50% μεγαλύτερη απ’ ό,τι έχουμε συνηθίσει. Δύσκολα φανταζόμαστε πιο αφιλόξενο μέρος στον πλανήτη. Κι όμως, έτσι ήταν η Μεσόγειος προτού γίνει θάλασσα.
Το φυσικό φράγμα στο δυτικό άκρο της λεκάνης κάποια στιγμή υποχώρησε, πιθανόν λόγω σεισμών, και ξεκίνησε ο κατακλυσμός. Τα χειμαρρώδη νερά εισέβαλαν με ρυθμό 40.000 φορές μεγαλύτερο από τους καταρράκτες του Νιαγάρα και μετέτρεψαν την αχανή έρημο στη Μεσόγειο θάλασσα σε λιγότερο από ένα χρόνο. Δεν υπήρχαν ακόμη άνθρωποι να δουν αυτή την τεράστια πλημμύρα ούτε και να θαυμάσουν την ομορφιά που δημιούργησε.
Εν τω μεταξύ, στην άλλη άκρη της Γης ένας πλατύς δίαυλος χώριζε την Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Τα ρεύματα του ωκεανού περνούσαν από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό ωκεανό. Οι τεκτονικές δυνάμεις όμως, ένωσαν σταδιακά τις δύο ηπείρους, έκλεισαν το δίαυλο και δημιούργησαν τον ισθμό του Παναμά. Αναδιοργανώθηκε έτσι το παγκόσμιο μοτίβο των ρευμάτων των ωκεανών, πράγμα, που επηρέασε το κλίμα παγκοσμίως.
Στην Αφρική, τα πυκνά δάση μειώθηκαν σημαντικά. Κάποια είδη, που είχαν εξελιχθεί να ζουν στα δέντρα, εξαφανίστηκαν. Εκείνα όμως, που μπόρεσαν να επιβιώσουν στις αντίξοες συνθήκες άντεξαν και εξελίχθηκαν.
Οι χιμπατζήδες περπατούν στα δύο πόδια με ευλυγισία και μπορούν να περιστρέψουν το πάνω μέρος του κορμιού τους, όπως κι οι άνθρωποι. Τα ανθρώπινα γονιδιώματα είναι περισσότερο από 98% ίδια με αυτά του χιμπατζή, αλλά υπάρχουν μερικές σύντομες ακολουθίες του DNA, που έχουν αλλάξει σημαντικά στους ανθρώπους δεδομένου, ότι τα δύο είδη ξεχώρισαν πριν από πέντε περίπου εκατομμύρια χρόνια.
Κάποτε, οι πρόγονοί μας κρύβονταν στο υπέδαφος, για να αποφύγουν τους θηρευτές, που ελλόχευαν στην επιφάνεια. Όταν εξαφανίστηκαν όμως οι δεινόσαυροι, βγήκαν στην επιφάνεια. Με το πέρασμα του χρόνου άρχισαν να ζουν στα κλαδιά των δέντρων. Απέκτησαν αντιτακτό αντίχειρα, για να κρέμονται στα κλαδιά και να διασχίζουν την κομοστέγη, που κάλυπτε όλες τους τις ανάγκες. Μπορούσαν επίσης να περπατούν και όρθιοι, αλλά για μικρές μόνο αποστάσεις. Με τόσα δέντρα τριγύρω δεν χρειαζόταν να πάνε πολύ μακριά.
Μετά όμως, που το κλίμα ψυχράθηκε, τα δέντρα λιγόστεψαν και ξεφύτρωσαν μεγάλα λιβάδια. Οι πρόγονοί μας αναγκάστηκαν να τα διασχίσουν, για να βρουν τροφή. Τώρα, χρειάζονταν εντελώς διαφορετικές ικανότητες για να επιβιώσουν στη σαβάνα. Τον παλιό καιρό, κάθονταν στα κλαδιά κι έβλεπαν τα αιλουροειδή από ασφαλή απόσταση. Τώρα όμως, βρίσκονταν στο ίδιο επικίνδυνο μέρος μαζί τους. Επιβίωσαν όσοι μπορούσαν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις στα πίσω πόδια και να τρέχουν όποτε χρειαζόταν.
Άλλαξε έτσι το πώς έβλεπαν τον κόσμο. Τα χέρια τους δεν συνδέονταν πια με το περπάτημα. Ήταν ελεύθεροι να συλλέγουν την τροφή, να μαζεύουν ξύλα και κόκαλα, που θα τα χρησιμοποιούσαν σαν όπλα κι εργαλεία.
Μια αλλαγή στην τοπογραφία ενός μικρού και μακρινού μέρους ανακατεύθυνε τα ωκεάνια ρεύματα. Η Αφρική έγινε πιο κρύα και ξηρή. Τα περισσότερα δέντρα δεν άντεξαν το νέο κλίμα. Τα πρωτεύοντα θηλαστικά, που ζούσαν εκεί έπρεπε να βρουν καινούριο σπίτι.
Λούπου Μαρία Πηγή