Η Τζόσελυν Μπελ (Jocelyn Bell), μια Ιρλανδή αστροφυσικός γεννήθηκε το 1943 και πραγματοποίησε μια πολύ σημαντική ανακάλυψη ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια το 1967: Την ανίχνευση του πρώτου πάλσαρ στα ραδιοκύματα. Για την ανακάλυψη αυτή ο επιβλέπων την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής της καθηγητής Άντονυ Χιούις μοιράσθηκε το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής με τον αστρονόμο Μάρτιν Ράυλ, ενώ η Μπελ αγνοήθηκε ως προς αυτό, παρά το ότι υπήρξε η πρώτη που παρατήρησε και ανέλυσε με ακρίβεια πάλσαρ. Η Μπελ διετέλεσε πρόεδρος της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας και αργότερα πρόεδρος του Ινστιτούτου Φυσικής του Λονδίνου. Τον Οκτώβριο του 2014 εκλέχθηκε πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρείας του Εδιμβούργου.
Η Μπελ πήγε στο κολέγιο του Λούργκαν, όπου δεν επιτρεπόταν η διδασκαλία φυσικών επιστημών στα κορίτσια μέχρι που γονείς, μεταξύ των οποίων και οι γονείς της Μπελ, διαμαρτυρήθηκαν κατά της πολιτικής αυτής του σχολείου. Μέχρι τότε το πρόγραμμα μαθημάτων περιελάμβανε για τα κορίτσια μαθήματα μαγειρικής και σταυροβελονιάς αντί των θετικών επιστημών.
Μετά την αποτυχία της στις εξετάσεις για το γυμνάσιο, οι γονείς της Μπελ την έστειλαν σε μια Σχολή που ανήκε στους Κουακέρους. Εκεί της έκανε θετική εντύπωση το μάθημα φυσικής, έτσι αργότερα δήλωσε:
«Δεν χρειάζεται να μαθαίνεις ένα σωρό πράγματα … απλώς λίγα και σημαντικά, … μετά μπορείς να τα εφαρμόσεις, να κτίσεις και να αναπτύξεις επάνω τους … Ήταν ένας πραγματικά καλός δάσκαλος και μού έδειξε πόσο εύκολη ήταν η φυσική.»
Αφού το 1965 η Μπελ απεφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης με το πτυχίο της Φυσικής, πήρε το διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ το 1969. Στο Κέιμπριτζ εργάσθηκε με τον Χιούις και άλλους για την κατασκευή ενός ραδιοτηλεσκοπίου κατάλληλου για τη μελέτη των κβάζαρ με χρήση του διαστρικού σπινθηρισμού, που επιτρέπει τη διάκριση των σημειακών πηγών από τις εκτεταμένες.
Τον Ιούλιο του 1967 η Μπελ παρατήρησε ένα ασυνήθιστο ίχνος στο καταγραφικό που έδειχνε τα ραδιοκύματα που συνελάμβανε το νέο τους ραδιοτηλεσκόπιο (μια σειρά από κεραίες μέσα σε ένα χωράφι). Ανακάλυψε ότι το σήμα αποτελείτο από μία σειρά ταχύτατων παλμών με πολύ μεγάλη κανονικότητα, περίπου 1 παλμός ανά δευτερόλεπτο. Τού έδωσαν, με κάποια δόση χιούμορ, το προσωρινό όνομα «Μικρό Πράσινο Ανθρωπάκι 1» (Little Green Man 1, LGM-1) και μετά από μερικά χρόνια η πηγή (σήμερα γνωστή ως πάλσαρ PSR B1919+21 στον αστερισμό Αλώπεκα) ταυτοποιήθηκε ως ένα ταχύτατα περιστρεφόμενο ουράνιο σώμα, ένας αστέρας νετρονίων, ο πρώτος που ανακαλύφθηκε στην ιστορία.[9]
Μετά η Μπελ εργάσθηκε στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον (1968 ως 1973), στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο Λονδίνου (1974–1982) και στο Βασιλικό Αστεροσκοπείο του Εδιμβούργου (1982–1991). Ταυτοχρόνως, από το 1973 μέχρι το 1987 δίδασκε και εξέταζε στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο[10], όπου το 1991 εκλέχθηκε καθηγήτρια της Φυσικής, θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 2001. Επίσης ήταν επισκέπτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον των ΗΠΑ και κοσμήτορας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ (2001–2004)[11].
Σήμερα είναι επισκέπτρια καθηγήτρια της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Από το 2008 μέχρι το 2010 διετέλεσε πρόεδρος του Ινστιτούτου Φυσικής του Λονδίνου.
Η εργασία που ανακοίνωνε την ανακάλυψη του πρώτου πάλσαρ είχε 5 συγγραφείς. Το όνομα του Χιούις ήταν πρώτο, ενώ της Μπελ δεύτερο. Ο Χιούις κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής του 1974 μαζί με τον αστρονόμο σερ Μάρτιν Ράυλ, ενώ η Μπελ έμεινε χωρίς Βραβείο Νόμπελ, μία παράλειψη που έχει επικριθεί από πολλούς επιφανείς αστρονόμους, όπως ο σερ Φρεντ Χόυλ. Η Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών, στην ανακοίνωση του Βραβείου Φυσικής του 1974 ανέφερε ως αιτιολογικό για τους Ράυλ και Χιούις την πρωτοποριακή εργασία τους στη ραδιο-αστροφυσική με ιδιαίτερη μνεία της τεχνικής της συνθέσεως διαμετρήματος του Ράυλ και του «αποφασιστικού ρόλου» του Χιούις στην ανακάλυψη των πάλσαρ.
Η Μπελ είχε βοηθήσει στην κατασκευή του ραδιοτηλεσκοπίου επί δύο χρόνια και ήταν το πρόσωπο που πρόσεξε πρώτο το ασυνήθιστο σήμα, καθώς μελετούσε μέχρι και 29 μέτρα του χαρτιού του καταγραφικού κάθε νύχτα. Η ίδια είπε αργότερα ότι ήταν επίμονη στην αναφορά του σήματος, καθώς αντιμετώπισε τον σκεπτικισμό του Χιούις, ο οποίος αρχικώς επέμενε ότι ήταν τεχνητό ανθρωπογενές παράσιτο. Μίλησε επίσης για συναντήσεις του Χιούις με τον Ράυλ στις οποίες δεν προσκαλούσαν την ίδια. Το 1977 ωστόσο η Μπελ δήλωσε για το θέμα αυτό:
«Οι αντιδικίες των ορίων του έργου του ενός και του άλλου ανάμεσα σε επιβλέποντα καθηγητή και ερευνητή φοιτητή είναι πάντοτε δύσκολο, και ίσως κάποτε αδύνατο, να επιλυθούν. Δεύτερον, ο επιβλέπων έχει την τελική ευθύνη για την επιτυχία ή την αποτυχία του ερευνητικού εγχειρήματος. Μαθαίνουμε για περιπτώσεις που ένας επιβλέπων κατηγορεί τον φοιτητή του για μία αποτυχία, αλλά γνωρίζουμε ότι φταίει κυρίως ο επιβλέπων. Μού φαίνεται δίκαιο ότι ο επιβλέπων θα έπρεπε να ωφελείται και από τις επιτυχίες. Τρίτον, πιστεύω ότι θα υποβάθμιζε τα Βραβεία Νόμπελ η βράβευση με αυτά ερευνητών φοιτητών, εκτός από πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις, και δεν πιστεύω ότι αυτή είναι μία από εκείνες. Τέλος, δεν είναι κάτι που με αναστατώνει την ίδια – στο κάτω-κάτω έχω εξαίσιους ομοιοπαθείς, έτσι δεν είναι;!»
Η ανακάλυψη των πάλσαρ ή των κοσμικών φάρων του διαστήματος
Wikipedia