Πριν περίπου 3.000.000 χρόνια εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Αφρική το ανθρώπινο είδος Homo. Η πρώτη μορφή πρέπει να ήταν ήταν ο Homo Australopithecus, σύμφωνα με ανθρωπολογικά λείψανα από τη νότια και ανατολική Αφρική.
Αργότερα, 2.000.000 – 100.000 χρόνια πριν από σήμερα (Κατώτερη Παλαιολιθική Εποχή) φαίνεται να έζησαν κατά σειράν ο Homo habilis, ο Homo erectus και o Homo sapiens praesapiens.
Υλικό από τον Homo habilis βρέθηκε στο φαράγγι Olduvai της Αφρικής και είναι ηλικίας 2.000.000 ετών, ενώ ίχνη του Homo erectus εντοπίστηκαν στην Αφρική και στην Ευρώπη (ονομάστηκε Homo heidelbergensis και είναι ηλικίας περίπου 600.000), στην Ασία (Chou-Kou-Tien) και στην Αυστραλία (Java). Πριν από 400.000 χρόνια και μετά (στις τελευταίες φάσεις της Κατώτερης Παλαιολιθικής Εποχής) έζησε στην Ευρώπη o Homo sapiens praesapiens, όπως δείχνει υλικό από την περιοχή Swanscombe της Βρετανίας, το Steinheim της Γερμανίας, τα Πετράλωνα και το Απήδημα της Ελλάδος.
Πριν από 100.000-35.000 έτη (Μέση Παλαιολιθική Εποχή) επικράτησε στην Αφρική, στην Ευρώπη και στην Εγγύς Ανατολή η εξελιγμένη μορφή του Homo sapiens praesapiens, o Homo sapiens neanderthalensis. Ο κλασικός Νεάντερταλ έζησε ανάμεσα στο 80.000-30.000 πριν από σήμερα και φαίνεται ότι συνυπήρξε στην Αφρική με την πρώιμη μορφή του Homo sapiens (μέχρι 130.000 πριν από σήμερα) και στην Ασία με τον Homo erectus (μέχρι 50.000 χρόνια πριν από σήμερα).
Τέλος, πριν 35.000-10.000 χρόνια (Ανώτερη Παλαιολιθική Εποχή) εμφανίστηκε ο σύγχρονος άνθρωπος, ο Homo sapiens sapiens, του οποίου διακρίθηκαν δύο τύποι: ο τύπος Cro-Magnon (Δυτική Ευρώπη) με πλατύ πρόσωπο και χαμηλό κρανίο και ο τύπος Bruenn (Κεντρική Ευρώπη) με στενό και μακρύ κρανίο. Ίχνη του Homo sapiens sapiens εντοπίστηκαν στην Αφρική, στην Ευρώπη και στην Ασία, που γνώρισαν και τους παλαιότερους ανθρωπολογικούς τύπους, ενώ στην Αμερική και στην Ωκεανία, που κατοικήθηκαν με βεβαιότητα για πρώτη φορά μόλις από το 35.000 πριν από σήμερα.
Ενώ παλαιότερα οι ερευνητές πίστευαν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος (Homo sapiens sapiens) αποτελεί άμεσο απόγονο του Homo sapiens neanderthalensis, συγκριτικές μελέτες Γερμανών και Αμερικανών επιστημόνων, που εξέτασαν τα DNA των οστών τόσο του Homo neanderthalensis όσο και σύγχρονων ανθρώπων, αλλά και προχώρησαν στην κλωνοποίηση του DNA των οστών του Homo neanderthalensis, απέκλεισαν ρητώς τη γενετική συγγένεια των δύο ειδών.
Έτσι, τα νέα δεδομένα δείχνουν ότι ένα ανθρώπινο κύμα Homo sapiens μετανάστευσε πριν από 100.000 χρόνια από την Αφρική και συνυπήρξε για κάποιο διάστημα με τους neanderthalensis, οι οποίοι σταδιακά εξαφανίστηκαν. Ο πιο πιθανός λόγος για αυτό είναι γιατί έχασε τη μάχη του ανταγωνισμού για τα τρόφιμα και τη στέγη από τον σύγχρονο άνθρωπο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Nεάντερταλ μπορούσαν να επιβιώσουν μόνον σε ψυχρά κλίματα. Αντίθετα οι πρώτοι Homo sapiens sapiens, ο άνθρωπος Cro-Magnon, μπορούσε να ζήσει μόνο σε θερμότερες κλιματολογικές συνθήκες. Σύμφωνα λοιπόν με τις κλιματολογικές αλλαγές που συντελέστηκαν κατά το τέλος του Πλειστόκαινου και τα ανθρωπολογικά τεκμήρια, όλοι οι σύγχρονοι άνθρωποι προήλθαν από μια σχετικά πρόσφατη ομάδα ανθρώπων.
Κάποιες απόψεις περί γενοκτονίας από τον Homo Sapiens, που εθεωρείτο ανώτερος ή ακόμη και περί γενετικής απορρόφησης του Νεάντερταλ από τον σύγχρονο άνθρωπο – άποψη που βασίζεται στην απόδοση κάποιων απολιθωμάτων σε υβρίδια μεταξύ τους – μπορεί να θεωρηθούν δευτερεύοντες λόγοι εξαφάνισης, αν και υποστηρίζεται ότι στην περίοδο της συνύπαρξής τους ίσως αντάλλασσαν και τεχνολογία.
Μπορεί βέβαια ο Νεάντερταλ να μη συνέβαλε στην εξέλιξή μας, είναι όμως αξιοσημείωτη η πρόοδος που παρουσίασε στη συμπεριφορά, στη σκέψη και στην καλλιέργεια. Γεγονός που υποδηλώνει ότι στο συγγενές με το δικό μας γονιδιακό του απόθεμα είχε αρχίσει η «έκφραση» όλο και πιο προχωρημένων ανθρώπινων χαρακτηριστικών που τελειοποιήθηκαν στο είδος μας. Η λεγόμενη, λ.χ., μουστέρια λιθοτεχνία του Νεάντερταλ, με την οποία αξιοποιούνταν καλύτερα η πρώτη ύλη για την κατασκευή πιο εκλεπτυσμένων λίθινων εργαλείων (ξέστρων λ.χ.), ήταν πολύ ανώτερη και μεγαλύτερης πολυπλοκότητας εργαλειακών συνόλων σε σχέση με την ολδοβιανή λιθοτεχνία του Homo Habilis και την αχελαία του Homo Erectus. Υπάρχουν, επίσης, αποδείξεις ότι φρόντιζε τα άρρωστα ή τραυματισμένα άτομα της ομάδας του, ενταφίαζε τους νεκρούς τελετουργικά (βρέθηκε σε τάφο απολιθωμένη γύρη αγριολούλουδων και ένας κύκλος από κέρατα αγριοκάτσικου), σχημάτιζε αφηρημένες σκέψεις για την επεξεργασία του πυριτόλιθου και χάραζε ορισμένα σημάδια σε βότσαλα, ανεξιχνίαστης ακόμη σημασίας.
Αξιοσημείωτα είναι και τα ευρήματα που αφορούν τις συχνότητες στις οποίες ήταν συντονισμένο το αφτί του, ευρήματα που προέκυψαν από μελέτες του μεγέθους και του σχήματος των οσταρίων του αφτιού, τα οποία μετατρέπουν τους ήχους σε ηχητικά σήματα προς τον εγκέφαλο. Οι συχνότητες της φυσιολογικής ομιλίας μας είναι 2-4 KHz, παρόμοιες με αυτές του προγόνου του Νεάντερταλ Homo Heidelbergensis που είχαν παρόμοια λειτουργία αφτιών περίπου, γεγονός που ερμηνεύεται ως ένδειξη ότι οι εν λόγω Homo από τότε (ίσως 500.000 χρόνια πριν) έβγαζαν νοήμονες φωνητικούς ήχους που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια πρωτογλώσσα, μια πρώτη μορφή ομιλίας.
Leave a Comment