Σεισμούς και εκρήξεις ηφαιστείων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη μπορεί να προκαλέσει η κλιματική αλλαγή. Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η πτώση ή η αύξηση της στάθμης της θάλασσας, οι βροχές και οι ατμοσφαιρικές διαταραχές επιδρούν στις γεωλογικές διεργασίες που γίνονται στον φλοιό της Γης, ευνοώντας την εκδήλωση καταστροφικών γεγονότων.
Οι ειδικοί που συγκεντρώθηκαν την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, στο πλαίσιο του συνεδρίου για τους γεωλογικούς και γεωμορφολογικούς κινδύνους από την κλιματική αλλαγή, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι αλλαγές στο κλίμα μπορεί να διαταράξουν την ευαίσθητη ισορροπία του πλανήτη μας και να προκαλέσουν μια σειρά απο γεωλογικές καταστροφές. Μάλιστα στο ίδιο αποτέλεσμα θα οδηγούσαν ακόμη και οι προσπάθειες να ανατρέψουμε την κλιματική αλλαγή με ευφάνταστες παρεμβάσεις, όπως η αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα βαθιά μέσα στη Γη.
Πολλοί επιστήμονες είχαν εκφράσει στο παρελθόν την υποψία ότι οι διεργασίες που γίνονται στον φλοιό της Γης, όπως για παράδειγμα η κίνηση των λιθοσφαιρικών πλακών, συνδέονται με τις κλιματικές συνθήκες. Στο Λονδίνο, μια ομάδα ειδικών υποστήριξε ότι τα πετρώματα του φλοιού είναι ευαίσθητα στις διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν ο αέρας, το νερό των ωκεανών και οι πάγοι, τονίζοντας χαρακτηριστικά, όπως ανέφερε ο καθηγητής στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου (UCL), Μπιλ Μαγκουάιρ, ότι «δεν χρειάζεται να παρουσιαστούν ευρείας κλίμακας αλλαγές στη βιόσφαιρα για να νιώσουμε τον φλοιό να αντιδρά κάτω από τα πόδια μας».
Τι δείχνουν μελέτες.
Έτσι λοιπόν, ομάδα ειδικών από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και του UCL υποστήριξαν με βάση μελέτες που διενήργησαν ότι οι μικρές αλλαγές του επιπέδου της στάθμης της θάλασσας μπορεί να επηρεάσουν τη σεισμικότητα στην Ανατολική Ανωφέρεια του Ειρηνικού (Εast Ρacific Rise), που είναι μία από τις πιο γρήγορα εκτεινόμενες τεκτονικές πλάκες του πλανήτη. Οι ειδικοί επικέντρωσαν την έρευνά τους στην λεγόμενη ανατολική μικροπλάκα, η οποία εκτείνεται κάτω από τον ωκεανό στα ανοικτά των Νησιών του Πάσχα. Επέλεξαν να μελετήσουν την πλάκα αυτή επειδή είναι σχετικά απομονωμένη από γειτονικά ρήγματα και επειδή θα ήταν ευκολότερο να διακρίνουν τις αλλαγές στα χαρακτηριστικά της, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι από το 1973 και μετά, η έλευση του Ελ Νίνιο κάθε λίγα χρόνια συνδεόταν με μια μεγαλύτερη συχνότητα εκδήλωσης υποθαλάσσιων σεισμών με μέγεθος από 4 έως 6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. Οι Άγγλοι επιστήμονες είναι πεπεισμένοι ότι οι σεισμοί προκαλούνταν από το Ελ Νίνιο, επειδή το φαινόμενο αυτό οδηγούσε σε άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά μερικά χιλιοστά με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πίεση των ρευστών στους πόρους των πετρωμάτων κάτω από τον πυθμένα. Η πίεση αυτή, λένε, είναι αρκετή για να εξουδετερώσει τις δυνάμεις της τριβής που συγκρατούν στη θέση τους τις πλάκες των πετρωμάτων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για την ολίσθηση ρηγμάτων.
Η στάθμη των ωκεανών.
Όμως οι μικρές αλλαγές στη στάθμη των ωκεανών μπορούν επίσης να επηρεάσουν και τις ηφαιστειακές εκρήξεις, προσθέτει ο Ντέιβιντ Πάιλ από το ίδιο Πανεπιστήμιο. Ο ίδιος και ο δόκτωρ Μπεν Μέιζον από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ μελέτησαν τις ηφαιστειακές εκρήξεις που σημειώθηκαν σε ολόκληρο τον πλανήτη τα τελευταία 300 χρόνια και διαπίστωσαν ότι η ηφαιστειακή δραστηριότητα ποικίλλει ανάλογα με τις εποχές. Όπως ανέφεραν, όταν στο Βόρειο Ημισφαίριο επικρατεί χειμώνας, τότε εκδηλώνονται περίπου 20% περισσότερες εκρήξεις, απ΄ ό,τι όταν επικρατεί καλοκαίρι. Η αιτία αυτού του φαινομένου μπορεί να οφείλεται στο ότι η στάθμη της θάλασσας πέφτει ελαφρώς όταν επικρατεί χειμώνας στο Βόρειο Ημισφαίριο.
Επηρεάζουν και οι βροχές
Η ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑ των βροχοπτώσεων μπορεί επίσης να πυροδοτήσει ηφαιστειακές εκρήξεις. Το 2001 μια μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου στο νησί Μοντσεράτ στην Καραϊβική προκλήθηκε εξαιτίας της σφοδρής βροχόπτωσης. Η βροχή αποσταθεροποίησε σε μεγάλο βαθμό τον δόμο του ηφαιστείου, ο οποίος κατέρρευσε επιτρέποντας στο μάγμα να εκτιναχθεί.
Ο Άντριαν Μάθιους και οι συνεργάτες του από το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας ανέφεραν ότι η σφοδρή βροχόπτωση ήταν τυπικό χαρακτηριστικό του τροπικού καιρού και προκάλεσε τη δραστηριότητα του ηφαιστείου για 48 ώρες. «Μια δυνατή βροχή αυξάνει τις πιθανότητες κατάρρευσης του ηφαιστειακού δόμου από 1,5% μέχρι 16%. Αρκεί μια δυνατή βροχή και όχι κάποιος κατακλυσμός για να γίνει αυτό και το ανησυχητικό είναι ότι όλα τα κλιματικά μοντέλα μάς λένε ότι μεγάλα τμήματα των Τροπικών θα γίνουν στο μέλλον ακόμη πιο βροχερά εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής».
Πηγή: Τα Νέα
Leave a Comment