Ερωτηματικά για την ασφάλεια των συνηθισμένων δόσεων ακτίνων ΧΑπό σελίδα του NewScientist, 31 Μαρτίου 2003 |
Η ασφάλεια των συνηθισμένων δόσεων ακτίνων X έχει προκαλέσει ερωτηματικά μετά από την απροσδόκητη ανακάλυψη ότι τα κύτταρα που εκτίθενται σε χαμηλές δόσεις αποφεύγουν ή και καθυστερούν την επισκευή του κατεστραμμένου DNA. Περιέργως, τα κύτταρα που έλαβαν
υψηλότερες δόσεις ακτίνων X
επιδιόρθωναν οποιαδήποτε ζημιά πιο
γρήγορα και αποδοτικότερα. Αλλά οι
Γερμανοί ερευνητές που έκαναν την
ανακάλυψη λένε ότι δεν είναι σαφές εάν
οι αργές επιδιορθώσεις των κυττάρων,
που ακολουθούν τη χαμηλή έκθεση σε
ακτίνες Χ είναι μια καλή ή μια κακή
κατάσταση. Καθυστέρηση αυτο-επισκευής για ημέρες Η ανακάλυψη έγινε εκθέτοντας ανθρώπινα κύτταρα πνευμόνων σε μια σειρά δόσεων ακτίνων X. Η χαμηλότερη δόση 1.2 milligrays είναι χαρακτηριστική των συνηθισμένων ιατρικών και οδοντιατρικών ακτίνων X. Η υψηλότερη δόση - 200 milligrays - είναι 10 φορές υψηλότερη από τις δόσεις που παίρνουν οι ασθενείς που υποβάλλονται σε αξονική τομογραφία με ακτίνες Χ. Η διαφορά στην αποδοτικότητα της αυτο-επισκευής του DNA ήταν αρκετά απροσδόκητη. Τα κύτταρα που έλαβαν υψηλές δόσεις επισκεύασαν το 95% της ζημιάς τους μέσα σε μια ημέρα. Για δόσεις 5.0 milligrays, το DNA που επισκευάστηκε έπεσε στο 80%. Αλλά τα κύτταρα που εκτέθηκαν σε χαμηλότερες δόσεις απέφυγαν τις αυτο-επισκευές συνολικά, ή καθυστέρησαν για αρκετές μέρες. Ο Rothkamm προτείνει ότι μπορεί να
υπάρχει ένα επίπεδο ευαισθησιών κάτω
από το οποίο η ζημία αγνοείται. Τα
χημικά σήματα μέσα ή μεταξύ των
κυττάρων θα μπορούν να καθορίσουν πότε
η ζημιά έχει φθάσει σε ένα τέτοιο
επίπεδο, που οι επισκευές πρέπει να
είναι ουσιαστικές. Αλλά απαιτείται
περισσότερη έρευνα, αναφέρει. Αναφορά: Proceedings of the National Academy of Sciences (doi/10.1073/pnas.0830918100) |