Ο κόσμος έχει γίνει πιο σκοτεινός τα τελευταία 50 χρόνιαΑπό τους New York Times, 14 Μαΐου 2004 |
Η Γη σκοτεινιάζει όχι γιατί ο ήλιος δεν λάμπει αλλά αντιθέτως παρέμεινε το ίδιο λαμπερός, όμως οι επιστήμονες πιστεύουν ότι φθάνει στη Γη λιγότερη ακτινοβολία εξ' αιτίας του φαινομένου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Οι δορυφορικές παρατηρήσεις δείχνουν ότι ο ήλιος παραμένει το ίδιο φωτεινός όπως ήταν πάντα, αλλά όλο και λιγότερο φως περνάει μέσω της ατμόσφαιρας στο έδαφος. Η Γη σκοτείνιασε κατά 10% έως 37% κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, σύμφωνα με τις μετρήσεις εκατοντάδων οργάνων σε όλο τον κόσμο, τα οποία κατέγραψαν το ηλιακό φως που φτάνει στη Γη. Λαμβάνοντας λοιπόν υπ' όψιν τις συγκεκριμένες μετρήσεις, το συμπέρασμα είναι ότι από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990, το ηλιακό φως μειώθηκε κατά 10%, ενώ σε άλλες περιοχές του πλανήτη η μείωση ήταν μεγαλύτερη. Στο Χονγκ Κονγκ μάλιστα η μείωση έφθασε το 37%. Παρ όλα αυτά οι ερευνητές φαίνονται καθησυχαστικοί, τονίζοντας ότι η μέρα δεν πρόκειται να γίνει νύχτα. Οι έρευνες για τη μείωση της ηλιακής φωτεινότητας και οι όποιες επιπτώσεις του φαινομένου αυτού, στη γεωργία, στον καιρό και στα αποθέματα του νερού θα γίνουν γνωστές την ερχόμενη εβδομάδα σε επιστημονικό συνέδριο των Αμερικανών και Καναδών γεωλόγων στο Μόντρεαλ του Καναδά, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή. Ο James Hansen, διευθυντής του Ινστιτούτου Goddard της Nasa, αναφέρει ότι οι επιστήμονες από καιρού γνώριζαν ότι η τα σωματίδια λόγω της ρύπανσης ανακλούν κάποια ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας, αλλά πρόσθεσε ότι τώρα μόλις αναγνώρισαν το μέγεθος του προβλήματος. "Εμφανίζεται εδώ και πολύ καιρό, έτσι είναι αρκετά σημαντικό φαινόμενο", ανέφερε. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η ρύπανση εξασθενίζει το φως του ήλιου με δύο τρόπους. Μερικές από τις ακτίνες ανακλούν πάνω στα σωματίδια της αιθάλης στον αέρα και φεύγουν πίσω στο εξωτερικό διάστημα. Η ρύπανση αναγκάζει, επίσης, να συμπυκνωθούν περισσότερα σταγονίδια νερού στον αέρα, οδηγώντας στη δημιουργία παχύτερων και σκοτεινότερων νεφών, που εμποδίζουν επίσης να έρθει περισσότερο φως. Για αυτό και διαπιστώνεται, το φαινόμενο της εξασθένισης να εμφανίζεται ενισχυμένο στις νεφελώδεις ημέρες από ό,τι στις ηλιόλουστες. Σε κάποιες πρωτόγονες και ανεπηρέαστες περιοχές από την μόλυνση ή υπάρχει ελάχιστη ή καμία εξασθένιση του ηλιακού φωτός. Αλλά η δυναμική και τα αποτελέσματα της παγκόσμιας εξασθένισης δεν γίνονται κατανοητές πλήρως. Η Ανταρκτική, που κανονικά θα περίμενε κάποιος να μην επηρεαζόταν λόγω της καθαρής ατμόσφαιρας, έχει εξασθενίσει επίσης. "Δεν καταλαβαίνουμε πραγματικά αυτό που συμβαίνει", λέει ο Shabtai Cohen, ένας ειδικός επιστήμονας στο υπουργείο Γεωργίας του Ισραήλ που έχει μελετήσει την παγκόσμια εξασθένιση επί μια δεκαετία. Το όργανο που χρησιμοποιείται για να μετρήσει την ηλιοφάνεια, λέγεται ραδιόμετρο, και είναι απλό στη σχεδίαση του: ένα μαύρο πιάτο κάτω από έναν γυάλινο θόλο. Όπως η άσφαλτος το καλοκαίρι, έτσι το μαύρο πιάτο γίνεται πολύ θερμό καθώς απορροφά σχεδόν όλη την ενέργεια του ήλιου. Η δε θερμοκρασία του είναι ανάλογη της ποσότητας του φωτός του ήλιου, που έχει πέσει πάνω του. Από τη δεκαετία του '50, έχουν εγκατασταθεί εκατοντάδες ραδιομέτρων, από την Αρκτική έως την Ανταρκτική, καταγράφοντας τα επίπεδα ηλιοφάνειας. Αλλά υπάρχουν επιστήμονες που δεν έχουν πειστεί ότι η εξασθένιση είναι σωστά μετρημένη. Ενώ τα ραδιόμετρα είναι απλά όργανα, απαιτούν περιοδική βαθμονόμηση και προσοχή. Οι ρύποι στο γυάλινο θόλο θα μπλοκάρουν το φως, καθιστώντας λανθασμένες τις ενδείξεις για τη μείωση της ακτινοβολίας. Επίσης, όλα τα ραδιόμετρα ήταν στο έδαφος, χωρίς να μετρηθεί το φαινόμενο πάνω από το νερό και τις θάλασσες, που καταλαμβάνουν τα τρία τέταρτα της γήινης επιφάνειας. "Βλέπω μερικές μετρήσεις που είναι συνεπή και κάποιες που δεν είναι", ανέφερε ο Δρ Ellsworth Dutton, προϊστάμενος της ελεγκτικής ομάδας για την ακτινοβολία στην Ωκεάνεια και Ατμοσφαιρική Διεύθυνση (NOAA). "Βεβαίως, το μέγεθος του φαινομένου είναι σημαντικό", λέει ο ίδιος. Άλλοι επιστήμονες έκαναν δικές τους μετρήσεις και βρήκαν μια μείωση σημαντικά μικρότερη. Μείωση 4% από το 1961 έως το 1990 ή 1,3% ανά δεκαετία. Στον Ινδικό ωκεανό μετρήσεις που έγιναν το 1999, έδειξαν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση από την αιθάλη, προκάλεσε μια μείωση της ακτινοβολίας κατά 10%. |
|||
|