Τα συμπυκνώματα Bose Einstein ως εργαλείο της βασικής έρευναςΠηγή: Nature Physics, Οκτώβριος 2005 |
Η μελέτη των συμπυκνωμάτων Bose−Einstein (BEC) — δηλαδή η εξωτική μορφή της ύλης που αναδύεται όταν τα άτομα ή τα μόρια ενός πολύ ψυχρού νέφους αερίου ευρίσκονται όλα στην ίδια κβαντική κατάσταση και συμπεριφέρονται σαν ένα αντικείμενο με συμφωνία φάσης - μας δίνει μια μοναδική δυνατότητα να διερευνήσουμε την κυματική συμπεριφορά της ύλης. Αυτό από μόνο του αποτελεί ικανό λόγο για ν' ασχοληθούμε με αυτά, αλλά με μια εργασία τους στο περιοδικό Physics Review A, ο David Harber και οι συνεργάτες του μας προτείνουν ένα ακόμα λόγο. Κάνοντας χρήση της ευαισθησίας των BEC σε μικρές μεταβολές του περιβάλλοντός τους, οι ερευνητές αυτοί κάνουν τις πιο ακριβείς μετρήσεις που έγιναν ποτέ, για το κβαντομηχανικό φαινόμενο εκείνο που ονομάζεται: "φαινόμενο Casimir−Polder." Από την αρχαία εποχή ακόμα, οι φιλόσοφοι δήλωναν με βεβαιότητα ότι η φύση απεχθάνεται το κενό. Το ίδιο ισχυρίζεται και η κβαντομηχανική. Ακόμα και στα βάθη του διαστήματος, η αρχή της απροσδιοριστίας του Heisenberg, απαιτεί όπως το κενό κατακλύζεται από δυνάμει σωματίδια τα οποία γεννιούνται και καταστρέφονται σε πολύ μικρά χρονικά διαστήματα. Μια συνέπεια αυτού είναι ότι αν δύο ηλεκτρικά ουδέτερες, αγώγιμες, παράλληλες πλάκες, βρίσκονται πολύ κοντά η μια στην άλλη, τότε τα δυνάμει σωματίδια του κενού θα δημιουργήσουν μια μικρή ελκτική δύναμη μεταξύ τους. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως φαινόμενο Casimir. Ένα παρόμοιο φαινόμενο, γνωστό ως φαινόμενο Casimir−Polder, προκαλεί μια
δύναμη μεταξύ ενός ουδέτερου ατόμου (ή συλλογής ατόμων) τα οποία
βρίσκονται κοντά σε μια αγώγιμη επιφάνεια. Αν και τα δύο φαινόμενα
θεμελιώθηκαν θεωρητικά το 1948, κανένα από τα δύο δεν είχε αποδειχτεί
πειραματικά μέχρι τη δεκαετία του 1990, επειδή η μέτρηση των πολύ
ασθενικών δυνάμεων εμφανίζει σημαντική πειραματική δυσκολία. Ο Harber και η ομάδα του, χρησιμοποιούν αυτή την ευαισθησία για να
μετρήσουν τις δυνάμεις που ασκούνται σ' ένα BEC ρουβιδίου το οποίο
βρίσκεται κοντά σε μια τηγμένη πλάκα πυριτίου, περιορισμένο από ένα
μαγνητικό πεδίο. Θέτοντας το BEC σε ταλάντωση και μετρώντας τη συχνότητα
αυτών των ταλαντώσεων, μπορούμε να υπολογίσουμε τις δυνάμεις που δρουν στο
BEC, και έτσι να υπολογίσουμε και τη συμβολή της δύναμης που προέρχεται
από την πλάκα πυριτίου. Τέτοιες δυνάμεις λέγονται τύπου Yukawa. Στο μέλλον, οι συγγραφείς του άρθρου ελπίζουν ότι θα χρησιμοποιηθεί η προσέγγισή τους για να μελετηθούν οι θερμικές αποκλίσεις από το φαινόμενο Casimir−Polder. Δηλαδή αποκλίσεις που συμβαίνουν σε παρόμοιες αποστάσεις αλλά σε υψηλότερες θερμοκρασίες των επιφανειών, απ' ότι στην παρούσα εργασία. |
||||
|