Πώς μια αρχέγονη επαφή φλοιού και πυρήνα της γης μετέβαλε τη διάρκεια της ημέραςΠηγή: Guardian, 24 Νοεμβρίου 2005 |
Τεράστια κομμάτια του γήινου φλοιού του πλανήτη μας, κάτω από τους ωκεανούς, γλιστρώντας μέσα από υποθαλάσσια ρήγματα και τάφρους έφτασαν μέχρι την άκρη του πυρήνα όπου συντρίβησαν πριν 2,2 δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτό μπορεί τελικά να άλλαξε την ταχύτητα με την οποία περιστρεφόταν τότε ο πλανήτης, μεταβάλλοντας έτσι τη διάρκεια της ημέρας του, όπως λένε επιστήμονες. Η μετακίνηση του πυκνού υλικού προς το κέντρο της γης θα μπορούσε να έχει επιταχύνει την περιστροφή της με τον ίδιο τρόπο που αλλάζει ταχύτητα περιστροφής ένας χορευτής όταν πλησιάζει τα χέρια στο σώμα του. Ο φλοιός κάτω από το ωκεάνιο πάτωμα γλιστρά πάνω στο γήινο μανδύα. Αλλά ο David Dobson στο πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου έχει βρει μια νέα θεωρία για να εξηγήσει μερικά ασυνήθιστα σεισμικά κύματα που κινούνται στο εσωτερικό της γης. Ο Dobson ανέπτυξε τη θεωρία του διαβάζοντας ένα βιβλίο του Richard Fortey, παλαιοντολόγο του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας: 'Η Γη: Μια συνηθισμένη ιστορία', στο οποίο αναφέρει έναν τύπο βράχου που βρίσκεται στο φλοιό, ενός κράματος του σιδήρου. Αυτοί οι βράχοι εμφανίστηκαν ανάμεσα στα 1,8 δισ. και 2,5 δισ. χρόνια πριν και η δομή τους επηρεάστηκε πιθανόν από την εμφάνιση της ζωής γύρω από εκείνη την εποχή, όταν άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα άλγη (φύκια). Πριν την εμφάνιση τους , η ατμόσφαιρα ήταν χωρίς οξυγόνο, αλλά όταν εμφανίστηκαν τα άλγη απελευθέρωσαν οξυγόνο που αντέδρασε με το σίδηρο στους ωκεανούς και απέθεσε οξείδιο του σιδήρου στο ωκεάνιο πάτωμα. Για περισσότερα από 700 εκατομμύρια χρόνια, στρώματα του οξειδίου του σιδήρου, που αναμείχθηκαν με στρώματα από νεκρά άλγη, κάνοντας ένα μίγμα που τελικά έφτιαξε το ωκεάνιο πάτωμα (τον πυθμένα των ωκεανών). Η υψηλή πυκνότητα των σχηματισμών των κραμάτων του σιδήρου σημαίνει ότι ο βράχος βυθίστηκε σχετικά γρήγορα στο γήινο πυρήνα, μια διαδικασία που κράτησε περίπου 100 εκατομμύρια χρόνια. Και αφού τα χοντρά αυτά κομμάτια πέρασαν το μανδύα επικάθισαν στον πυρήνα, σε αντίθεση με άλλους τύπους τμημάτων του φλοιού που λειώνουν στο μανδύα, ή βυθίζονται και ανεβαίνουν. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει και την άνοδο καυτού αερίου προς το φλοιό, όπως επίσης και καυτού μανδύα. Ίσως λοιπόν μικρά κομμάτια φλοιού άρχισαν να επιστρέφουν προς τα πίσω μέσα από τα αέρια, αλλά τα μεγαλύτερα και βαρύτερα κομμάτια παρέμειναν χαμηλά. Αλλά ο Dobson ενδιαφέρθηκε για τις περιοχές του φλοιού που αναμίχθηκαν πέφτοντας στο εσωτερικό της Γης. Επειδή οι σχηματισμοί του σιδήρου είναι πολύ πυκνοί, και υποθέτοντας ότι αυτοί δεν έχουν λιώσει ακόμα, πρέπει αυτοί να επηρεάζουν τη διάδοση των σεισμικών κυμάτων. Περισσότερο από το ένα δέκατο της άκρης του πυρήμα της γης εμφανίζεται να καλύπτεται με τέτοια μεγάλα κομμάτια, που το κάθε τους είναι πολλά εκατοντάδες χιλιόμετρα και πάχος όχι περισσότερο από 10 χιλιόμετρα. "Αυτά τα κομμάτια του φλοιού εμφανίζονται να επιπλέουν στον πυρήνα", αναφέρει ο Δρ Dobson. Υποστήριξη της θεωρίας αυτής προέρχεται από υπολογιστικά μοντέλα για κάποια πιθανώς μεταλλεύματα που βρίσκονται στους βράχους. Ο Dobson και η ομάδα του έχουν δείξει ότι θα ήταν δυνατόν κάποια πετρώματα να μένουν σταθερά στις ακραίες θερμοκρασίες και τις πιέσεις, που επικρατούν στις παρυφές του γήινου πυρήνα. Ακόμη και σήμερα θα μπορούσαν να κάνουν την παρουσία τους αισθητή αυτά τα τεράστια κομμάτια του φλοιού. Επειδή είναι πλούσια σε σίδηρο, είναι πιο αγώγιμα από τους άλλους βράχους και θα μπορούσαν να αλλάξουν έτσι το γήινο μαγνητικό πεδίο. |