Ο
Gustav Ludwig Hertz γεννήθηκε στο Αμβούργο το
1887. Ήταν ανιψιός του διακεκριμένου
φυσικού Heinrich Hertz και η σπουδαιότερη
εργασία του έγινε από κοινού με τον James
Frank, στην οποία αποδείχθηκε ότι κατά την
σύγκρουση ενός ατόμου με ένα
επιταχυνόμενο ηλεκτρόνιο, για να
αποσπαστεί ένα άλλο ηλεκτρόνιο από το
άτομο, πρέπει η ενέργεια του
ηλεκτρονίου να είναι πάνω από μία
ορισμένη τιμή. Η ενέργεια αυτή που
λέγεται ενέργεια ιοντισμού ποικίλλει
από άτομο σε άτομο. Διαπίστωσαν επίσης
ότι τα διακεκριμένα μήκη κύματος του
φωτός, που εκπέμπονται ως αποτέλεσμα
της διέγερσης ενός στοιχείου,
αντιστοιχούν στις δυνατές ενεργειακές
καταστάσεις, οι οποίες είναι δυνατόν να
αποκτηθούν από τα άτομα του, σύμφωνα με
την κβαντική θεωρία του Bohr.
Η πανεπιστημιακή του εκπαίδευσή
άρχισε στο Göttingen το 1906 και εν
συνεχεία μελέτησε στα πανεπιστήμια του
Μονάχου και του Βερολίνου,
αποφοιτώντας το 1911. Διορίστηκε σαν
ερευνητής βοηθός στο ίδρυμα φυσικής
του Πανεπιστημίου του Βερολίνου το 1913
αλλά, με το ξεκίνημα του Α! Παγκόσμιου
Πολέμου, κατατάχθηκε στο στρατό το 1914
και πληγώθηκε σοβαρά στη μάχη το 1915. Ο
Hertz επέστρεψε στο Βερολίνο το 1917. Από το
1920 ως το 1925 εργάστηκε στο εργαστήριο
φυσικής του εργοστασίου της Philips στο
Αιντχόβεν της Ολλανδίας.
Το 1925, εκλέχτηκε διαπιστευμένος
καθηγητή και διευθυντής του Ιδρύματος
Φυσικής του Πανεπιστημίου Halle , και το
1928 επέστρεψε στο Βερολίνο ως
διευθυντής του Ιδρύματος Φυσικής στο
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του
Σαρλότενμπουργκ. Ο Χερτζ παραιτήθηκε
από αυτήν την θέση για πολιτικούς
λόγους το 1935, σαν διαμαρτυρία στο
ναζιστικό καθεστώς, για να επιστρέψει
στη βιομηχανία ως διευθυντής ενός
ερευνητικού εργαστηρίου της
επιχείρησης Siemens. Από το 1945 έως το 1954
εργάστηκε ως επικεφαλής ενός
ερευνητικού εργαστηρίου στη Σοβιετική
Ένωση, όταν διορίστηκε Καθηγητής και
Διευθυντής του Ιδρύματος Φυσικής στο
Πανεπιστήμιο Karl Max στη Λειψία από το 1955
έως το 1961. Έγινε ομότιμος το 1961, και τότε
έζησε ως συνταξιούχος, πρώτα στη Λειψία
και αργότερα στο Βερολίνο.
Οι αρχικές έρευνες του Hertz, για τη
διατριβή του, περιέλαβαν μελέτες για
την υπέρυθρη απορρόφηση του διοξειδίου
του άνθρακα σε συσχετισμό με την πίεση
και τη μερική πίεση. Μαζί με τον James Franck
άρχισε τις μελέτες του για τις
συγκρούσεις των ηλεκτρονίων το 1913 και
πριν από τη μετακίνησή του, ξόδεψε
πολλή χρόνο στη μελέτη και τη μέτρηση
των δυναμικών ιονισμού στα διάφορα
αέρια. Αργότερα κατέδειξε τις
ποσοτικές σχέσεις μεταξύ των των
διάφορων σειρών των φασματικών γραμμών
και των ενεργειακών απωλειών των
ηλεκτρονίων στις συγκρούσεις τους με
άτομα, που αντιστοιχούν στις σταθερές
ενεργειακές καταστάσεις των ατόμων. Τα
αποτελέσματά του ήρθαν σε τέλεια
συμφωνία με τη θεωρία του Bohr για την
ατομική δομή, η οποία περιελάμβανε την
εφαρμογή της κβαντικής θεωρίας του Planck.
Κατά την επιστροφή του στο
Βερολίνο το 1928, η πρώτη στοιχειώδης
εργασία του ήταν να επανοικοδομήσει το
Ίδρυμα Φυσικής και να επανεγκαθιδρύσει
το Σχολείο, και γι' αυτό εργάστηκε
ακούραστα. Στο Βερολίνο ήταν αρμόδιος
για μια μέθοδο διαχωρισμού των
ισοτόπων του νέου με τη βοήθεια μιας
κλιμακωτής διάχυσης.
Ο Hertz έχει δημοσιεύσει πολλά έγγραφα,
μόνος, με τον Franck, και με τον Kloppers, πάνω
στην ποσοτική ανταλλαγή της ενέργειας
μεταξύ των ηλεκτρονίων και των ατόμων,
και στη μέτρηση των δυναμικών ιονισμού.
Είναι επίσης ο συντάκτης μερικών
εγγράφων σχετικά με το διαχωρισμό των
ισοτόπων.
Ο Gustav Hertz ήταν μέλος της Γερμανικής
Ακαδημίας των Επιστημών στο Βερολίνο,
και αντίστοιχο μέλος της Ακαδημίας Göttingen
των επιστημών, ήταν επίσης τιμητικό
μέλος της Ουγγρικής Ακαδημίας των
Επιστημών, μέλος της Τσεχοσλοβάκικης
Ακαδημίας των Επιστημών, και μέλος της
Ακαδημίας των Επιστημών της πρώην ΕΣΣΔ.
Έχει λάβει το ανώτατο μεταλλίου Planck της
Γερμανικής Φυσικής Εταιρείας.
Πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1975 στο
Βερολίνο. |