1900 |
Rayleigh-Wien |
Οι Rayleigh και Wien
διατύπωσαν μαθηματικές εξισώσεις
που να περιγράφουν την κατανομή
των μηκών κύματος της ακτινοβολίας
ενός μέλανος σώματος, αλλά ενώ
η εξίσωση του Rayleigh απέδιδε
σωστά την κατανομή μόνο για τα
μεγάλα μήκη κύματος, η εξίσωση του Wien
μόνο για τα μικρά μήκη κύματος. |
1900 |
Max Planck |
Ο Planck για να βρει μια
εξίσωση που να δίνει την κατανομή
για όλα τα μήκη κύματος,
αναγκάζεται να δεχθεί ότι η
ενέργεια δεν εκπέμπεται συνεχώς
αλλά σε διακριτές ποσότητες (quantum),
που το μέγεθος κάθε ποσότητας
είναι αντιστρόφως ανάλογο του
μήκους κύματος. Ξεκινάει η πρώτη
περίοδος της κβαντικής θεωρίας. |
1902 |
Philipp Lenard |
Ο Lennard, απέδειξε ότι για
να παραχθεί ηλεκτρικό ρεύμα με την
πρόσπτωση του φωτός πάνω σε
μέταλλα, πρέπει το μήκος κύματος να
είναι μικρότερο μιας οριακής τιμής.
Ανεξήγητο έμεινε το γεγονός ότι η
ενέργεια ενός μεμονωμένου
ηλεκτρονίου δεν επηρεαζόταν από
την ένταση του φωτός. |
1905 |
Albert Einstein |
Ο Einstein, ένας από τους
ελάχιστους επιστήμονες που πήρε
στα σοβαρά τις ιδέες του Plank,
συνδύασε τις ιδέες του Lennard με το
κβάντο του φωτός (ή φωτόνιο), που
είχε προτείνει ο Planck, και το οποίο
συμπεριφέρεται σαν σωματίδιο.
Απέδειξε επίσης ότι η επιφάνεια
ενός μετάλλου μπορεί να
απορροφήσει μόνο ολόκληρα κβάντα.
Έτσι εξήγησε πλήρως το
φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, εδραίωσε
την κβαντική θεωρία με τη
χρησιμοποίηση του κβάντου του
φωτός και τέλος κατέδειξε ότι το
φως κάτω από ορισμένες
προϋποθέσεις έχει και σωματιδιακό
χαρακτήρα (δυαδικότητα
σωματιδίου - κύματος φωτονίου). |
1909 |
Hans Geiger και Ernest
Marsden, |
Οι Geiger και Marsden, υπό την
καθοδήγηση του Ernest Rutherford,
μελέτησαν την σκέδαση σωματιδίων
άλφα πάνω σε λεπτό φύλλο χρυσού και
παρατήρησαν σκεδάσεις με μεγάλες
γωνίες. |
1911 |
Ernest Rutherford |
Ο Rutherford συμπέρανε την
ύπαρξη ενός θετικού πυρήνα, πολύ
μικρότερου από το άτομο, σαν
αποτέλεσμα του πειράματος της
σκέδασης των σωματιδίων άλφα των
Hans Geiger και Ernest Marsden. Πλανητικό
μοντέλο ατόμου. |
1913 |
Niels Bohr |
Ο Bohr επιτυγχάνει να
επιλύσει το πρόβλημα του
πλανητικού μοντέλου του Rutherford,
εφαρμόζοντας την κβαντική θεωρία
στο άτομο. Συγχρόνως εξηγεί τις
φασματικές γραμμές του υδρογόνου
και εισάγει τον κύριο κβαντικό
αριθμό n για να προσδιορίσει τις
ενέργειες των στίβάδων. |
1923 |
Arthur Compton |
Ο Compton απέδειξε ότι οι
ακτίνες-Χ που σκεδάζονται από την
ύλη παρουσιάζουν αυξημένο μήκος
κύματος (φαινόμενο Compton). Για να
εξηγήσει το φαινόμενο θεωρεί ότι
οι ακτίνες-Χ έχουν σωματιδιακή υφή.
Προσκρούοντας λοιπόν το κβάντο των
ακτίνων-Χ πάνω σε ένα ηλεκτρόνιο,
το ηλεκτρόνιο ανακρούει και του
αφαιρείται κάποια ενέργεια Με αυτό
τον τρόπο επιβεβαιώνει ότι τα
κβάντα είναι σωματίδια. |
1923 |
Louis de Broglie |
Ο Broglie προτείνει ότι
όπως τα κύματα έχουν σωματιδιακές
ιδιότητες έτσι και σε κάθε
σωματίδιο πρέπει να αντιστοιχεί
ένα υλικό κύμα, άρα να παρουσιάζει
κυματικές ιδιότητες. Οι δύο
θεωρίες των Compton-Broglie δείχνουν τη
διττή φύση της ακτινοβολίας και
των σωματιδίων. |
1925 |
Wolfgang Pauli |
Μέχρι το 1924 ήταν
γνωστοί τρεις κβαντικοί αριθμοί. Ο
Pauli υποστήριξε ότι είναι
απαραίτητο να εισαχθεί και ένας
τέταρτος κβαντικός αριθμός.
Διατυπώνει επίσης την
απαγορευτική αρχή για τα
ηλεκτρόνια στο άτομο, που δέχεται
ότι δεν μπορούν να υπάρχουν σε ένα
άτομο ηλεκτρόνια με την ίδια
τετράδα κβαντικών αριθμών. |
1925 |
George Uhlenbeck και
Samuel Goudsmith |
Οι Uhlenbeck και Goudsmith
αμέσως μετά την διατύπωση της
απαγορευτικής αρχής επεσήμαναν
ότι ο τέταρτος κβαντικός αριθμός
του Pauli μπορούσε να θεωρηθεί ότι
εκφράζει το σπιν του σωματιδίου,
δηλαδή την στροφορμή λόγω της
ιδιοπεριστροφής του. Επίσης ότι
μπορεί κάθε στοιχειώδες σωματίδιο
να παρουσιάζει σπιν. |
1925 |
Werner Heisenberg |
Μετά την προσπάθεια
του Bohr να ερμηνεύσει τις
φασματικές γραμμές
χρησιμοποιώντας κλασσικά μοντέλα,
που θύμιζαν την κίνηση των
πλανητών, ο Heisenberg προτίμησε να
πάρει υπαρκτές πειραματικές τιμές,
όπως τις ενέργειες των φασματικών
γραμμών και να φτιάξει μια
μαθηματική θεωρία που να
περιγράφει το άτομο. Η θεωρία του
λέγεται Μηχανική Μητρών. |
1926 |
Erwin Schroedinger |
Ο Schroedinger σκέφθηκε ότι
με βάση τη θεωρία του Broglie, αν το
ηλεκτρόνιο θεωρηθεί κύμα τότε οι
τροχιές του Bohr εξηγούνται πολύ
καλύτερα. Το υλικό κύμα του
ηλεκτρονίου εκτείνεται κατά μήκος
της τροχιάς του σε ακέραιο αριθμό
μηκών κύματος. Έτσι παράγεται ένα
στάσιμο κύμα, το οποίο δεν αποτελεί
ταλαντούμενο ηλεκτρικό φορτίο και
γι' αυτό δεν εκπέμπει φωτόνια
σύμφωνα με την κλασσική θεωρία του
Maxwell. Επιπλέον η κατώτερη τροχιά
του ατόμου κατά Bohr αντιστοιχούσε
σε ένα μόνο μήκος κύματος ενώ οι
άλλες τροχιές σε πολλά. Η θεωρία
του ονομάστηκε κυματομηχανική ενώ
αποδείχθηκε ότι όχι μόνο είναι
μαθηματικώς ισοδύναμη με τη
μηχανική των μητρών του Heisenberg αλλά
και πιο ελκυστική. |
1926 |
Max Born |
Ο Born , προσπάθησε να
εξηγήσει τις συνέπειες της
θεώρησης του ηλεκτρονίου σαν
κύματος. Έδωσε λοιπόν στα κύματα
των ηλεκτρονίων μια θεώρηση η
οποία στηριζόταν στις πιθανότητες.
Η κορυφή και η κοιλία του κύματος
μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιστοιχεί
στην αύξηση ή μείωση της πιθανής
παρουσίας του ηλεκτρονίου. Ο Born,
Schroedinger και Heisenberg θεωρούνται οι
θεμελιωτές της κβαντομηχανικής. Ο
G.N. Lewis προτείνει το όνομα "φωτόνιο"
για το κβάντο του φωτός. , η
οποία περιγράφει την συμπεριφορά
του κβαντικού συστήματος των
μποζονίων. |
1926 |
G.N. Lewis |
Ο G.N. Lewis προτείνει το
όνομα "φωτόνιο" για το κβάντο
του φωτός. |
1927 |
Clinton Davisson και
Germer |
Οι Davisson και Germer κάνουν
ένα πείραμα στο οποίο
χρησιμοποίησαν σαν στόχο μιας
δέσμης ηλεκτρονίων, ένα ενιαίο
κρύσταλλο νικελίου. Γρήγορα
ανακάλυψαν ότι προκαλείται όχι
μόνο ανάκλαση αλλά και περίθλαση
της δέσμης των ηλεκτρονίων, όπως
ακριβώς θα συνέβαινε αν
χρησιμοποιούσαν δέσμες ακτίνων-Χ.
Η περίθλαση όμως είναι μια
κυματική ιδιότητα, έτσι
επαληθεύτηκε η θεωρία του de Brolie. |
1927 |
Fritz Wolfgang και Walter
Heitler |
Οι Wolfgang και Heitler
προσπάθησαν να εφαρμόσουν τις
αρχές της κβαντομηχανικής στο
πεδίο των χημικών δεσμών.
Εξετάζοντας τους δεσμούς του
μορίου του υδρογόνου διαπίστωσαν
ότι η κβαντομηχανική εξηγούσε
ικανοποιητικά τις ιδιότητες και
την συμπεριφορά του. Έτσι η χημεία
έγινε ως ένα βαθμό κλάδος της
κβαντομηχανικής. |
1927 |
Werner Heisenberg |
Ο Werner Heisenberg διατυπώνει
την αρχή της απροσδιοριστίας. Με
αυτήν εγκαταλείφθηκε η μέχρι τότε
αξιωματική αρχή περί της μετρήσεως
με οποιονδήποτε βαθμό ακρίβειας. Η
άποψη αυτή σύμφωνα με την
κβαντομηχανική είναι εσφαλμένη.
Γιατί με όση μεγαλύτερη ακρίβεια
γνωρίζει κανείς την ενέργεια ενός
σωματιδίου με τόσο μικρότερη
ακρίβεια γνωρίζουμε τον χρόνο (και
αντίστροφα). Η ίδια απροσδιοριστία
ή αβεβαιότητα ισχύει και για το
ζεύγος ορμή-θέση ενός σωματιδίου.
Αν λοιπόν ο Κόσμος μας έχει "κοκκιώδη
υφή" τότε η σταθερά του Planck h
προσδιορίζει το μέγεθος των 'κόκκων'
και δεν μπορούμε να προχωρήσουμε
πιο πέρα. Με την αρχή αυτή
εξηγήσαμε γιατί το ήλιον στην
θερμοκρασία του απόλυτου μηδενός
είναι δυνατό να κινείται, το
φαινόμενο Hawking στις μαύρες οπές,
στο κβαντικό φαινόμενο σήραγγος
και πολλά άλλα φαινόμενα |
1927 |
Συνέδριο
Ινστιτούτου Solvay στις Βρυξέλλες |
Η πιθανοκρατική
ερμηνεία της Σχολής της Κοπεγχάγης
για την Κβαντομηχανική κερδίζει
την αποδοχή του επιστημονικού
κόσμου, στο ιστορικό συνέδριο του
Solvay, όταν εκεί ο Bohr
αντιπαρατάχθηκε με επιτυχία στις
περίφημες συζητήσεις του με τον
Einstein.
Ο Einstein εκπροσωπούσε την αντίπαλη
πλευρά της Σχολής της Κοπεγχάγης, η
οποία αρνείται ακόμη και σήμερα
την αποδοχή των κβαντικών
πιθανοτήτων ως έσχατου
χαρακτηριστικού της φυσικής
πραγματικότητας. Έτσι πιστεύουν
ότι οι πιθανότητες οφείλονται στην
ύπαρξη κρυμμένων μεταβλητών --άγνωστων
ιδιοτήτων της ύλης-- που κάποτε θα
γίνουν γνωστές και η φύση θα
αποδειχθεί ξανά αιτιοκρατική.
Σύμφωνα με τον Bohr, ο πιθανοκρατικός
χαρακτήρας των νόμων της
Κβαντομηχανικής δεν οφείλεται σε
άγνοια κάποιων κρυμμένων
μεταβλητών που προσδιορίζουν τη
μικροσκοπική κίνηση των
σωματιδίων, αλλά είναι μια εγγενής
ιδιότητα της φύσης στο
μικροσκοπικό επίπεδο. |
1928 |
Paul Dirac |
Ο Dirac συνδυάζει την
κυματομηχανική, την έκδοση της
κβαντομηχανικής του Erwin Schrodinger, την
μηχανική των μητρών του Werner Heisenberg,
και την ειδική σχετικότητα. Η
προκύπτουσα εξίσωση του Dirac, που
ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται
ευρέως, ήταν σε θέση να εξηγήσει
τις μυστήριες μαγνητικές και τις
ιδιότητες του 'spin' του ηλεκτρονίου.
Είχε την πραγματικό επαναστατική
ιδέα να περιγράψει το ηλεκτρόνιο
με την βοήθεια τεσσάρων
κυματοσυναρτήσεων που
ικανοποιούσαν συγχρόνως τέσσερις
διαφορετικές εξισώσεις. Από αυτές
τις εξισώσεις προέκυψε ότι το
ηλεκτρόνιο οφείλει να
περιστρέφεται γύρω από τον άξονά
του (spin), αντίληψη που είχε
διαμορφωθεί και από άλλους
επιστήμονες αλλά ότι πρέπει να
υφίστανται και καταστάσεις
αρνητικής ενέργειας.
Σ' ένα επόμενο άρθρο του, ο Ντιράκ
υποστήριξε ότι η απουσία ενός
ηλεκτρονίου από κάποια από αυτές
τις καταστάσεις θα μπορούσε να
θεωρηθεί ισοδύναμη με την ύπαρξη
κάποιου ιδιαίτερα βραχύβιου
θετικά φορτισμένου σωματιδίου, του
μελλοντικού ποζιτρονίου. |
1928 |
Chandrasekhara Raman |
Ο Ινδός Raman απέδειξε
ότι όχι μόνο οι ακτίνες-Χ
παρουσιάζουν αύξηση στο μήκος
κύματος τους, φαινόμενο Compton, αλλά
και οι ορατές ακτίνες. Απέδειξε
λοιπόν ότι τα μήκη κύματος στις
σκεδαζόμενες ορατές ακτινοβολίες
εξαρτώνται από τη φύση των μορίων
που προκαλούν τη σκέδαση. Τα
φάσματα Raman χρησιμοποιήθηκαν για
τον προσδιορισμό της μοριακής
δομής. |
1930 |
Max Born |
Η κβαντομηχανική και η
ειδική θεωρία της σχετικότητας
έχουν εδραιωθεί. Υπάρχουν μόνο
τρία στοιχειώδη σωματίδια: τα
πρωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα
φωτόνια. Ο Max Born, αφού έμαθε την
εξίσωση του Dirac, δήλωσε, "Σε έξι
μήνες θα είναι το τέλος της φυσικής
που ξέρουμε". |
1931 |
Paul Dirac |
Ο Paul Dirac αντιλαμβάνεται
ότι τα θετικά φορτισμένα σωματίδια
που απαιτούνται από την εξίσωσή
του είναι καινούρια αντικείμενα (τα
ονομάζει "ποζιτρόνια"). Είναι
ακριβώς σαν τα ηλεκτρόνια, αλλά
έχουν θετικό φορτίο. Αυτό είναι το
πρώτο παράδειγμα των
αντισωματιδίων ή αντιύλης. |
1932 |
Ernst Ruska |
Οι Davisson-Germer είχαν
αποδείξει την κυματική φύση των
ηλεκτρονίων. Μπορούσαν λοιπόν να
εστιαστούν όπως εστιάζονται τα
φωτεινά κύματα στα μικροσκόπια. Η
δε ευκρίνεια με την οποία μπορούμε
να δούμε ένα αντικείμενο είναι
αντιστρόφως ανάλογη με το μήκος
κύματος των ακτίνων που
χρησιμοποιούμε. Τα κύματα όμως των
ηλεκτρονίων είναι της τάξεων των
ακτίνων-Χ.
Έτσι ο Ernst Ruska σκέφθηκε να φτιάξει
ένα ηλεκτρονικό μικροσκόπιο. Για
την εργασία του αυτή πήρε, έστω και
καθυστερημένα (1986) Νόμπελ Φυσικής. |
1932 |
Von Neumann |
Ο Neumann αποδεικνύει ένα
θεώρημα, κατά το οποίο είναι
αδύνατη μια αιτιοκρατική
περιγραφή των κβαντικών
φαινομένων με την εισαγωγή των
κρυμμένων ή λανθανουσών
παραμέτρων. Το θεώρημα αυτό άσκησε
αποφασιστική επίδραση στην
εξέλιξη της διαμάχης ανάμεσα στην
σχολή της Κοπεγχάγης και των
αντιπάλων της. Η ήττα των Einstein, de
Broglie, Schrodinger κ.ά. ανέδειξε
αναμφισβήτητο νικητή την ομάδα των
Bohr, Heisenberg κ.ά. |
1933 |
Otto Stern |
Ο Stern κάνει πειράματα
με μοριακές δέσμες, εν κενώ αέρος,
και αποδεικνύει ότι
συμπεριφέρονται σαν μαγνήτες.
Επιπλέον η συμπεριφορά των
μοριακών αυτών δεσμών αποδεικνύει
την κυματική φύση τους. |
1933
-34 |
Hideki Yukawa |
Ο Hideki Yukawa συνδυάζει την
ειδική θεωρία της σχετικότητας και
την κβαντική θεωρία για να
περιγράψει τις πυρηνικές
αλληλεπιδράσεις με την ανταλλαγή
μεταξύ πρωτονίων και νετρονίων,
νέων σωματιδίων (τα "πιόνια"
που είναι ένα είδος μεσονίων). Από
το μέγεθος του πυρήνα ο Yukawa
συμπεραίνει ότι τα σωματίδια
ανταλλαγής (τα μεσόνια) έχουν μάζα
περίπου 200 φορές την μάζα του
ηλεκτρονίου. Αυτή είναι η αρχή της
θεωρίας των μεσονίων στις
πυρηνικές δυνάμεις. |
1934
-35 |
Το νοητικό
πείραμα των Einstein, Podolsky, Rosen
(EPR) |
Το πείραμα αυτό
έγινε με την επιδίωξη να
αποδειχθεί πως η κβαντική θεωρία
ήταν ελλιπής. Πως τα πειράματα της
κβαντομηχανικής, δίνουν την
εντύπωση της αβεβαιότητας στον
μικρόκοσμο, ενώ δεν δίνει
πάντοτε πειστικές εξηγήσεις, όπως
στο παράδοξο του EPR.
Στο πείραμα EPR, έχουμε δύο
σωματίδια πχ ηλεκτρόνια, με
αντίθετα spin και με το άθροισμά τους
να είναι συνολικά μηδέν. Αφού
αλληλεπιδράσουν εν συνεχεία τα
διαχωρίζουμε. Το παράδοξο είναι
ότι αν γνωρίζουμε το spin του ενός
ηλεκτρονίου, μπορούμε να
γνωρίζουμε ακαριαία και το spin του
άλλου, χωρίς τα δύο ηλεκτρόνια να
αλληλεπιδρούν.
Ο Einstein δέχθηκε μεγάλη ήττα όταν ο
Bohr του υπενθύμισε ότι δεν μπορεί να
γνωρίζουμε ακαριαία την ιδιότητα
του άλλου σωματιδίου, γιατί έτσι
παραβιάζεται η Θεωρία της
Σχετικότητας που προβλέπει σαν
ανώτατη ταχύτητα, εκείνη του φωτός. |
1935 |
Erwin Schroedinger |
Ο Schroedinger πρότεινε ένα
διάσημο νοητικό πείραμα στο οποίο
μια γάτα ήταν κάπως και ζωντανή και
νεκρή συγχρόνως. Ο Schroedinger
προσπαθούσε να καταδείξει τους
περιορισμούς της κβαντομηχανικής:
στον ατομικό ή υποατομικό κόσμο τα
κβαντικά σωματίδια, μπορούν να
είναι συγχρόνως σε δύο ή
περισσότερες διαφορετικές
κβαντικές καταστάσεις. Όμως,
υποστήριζε, ένα κλασσικό
αντικείμενο φτιαγμένο από μεγάλο
αριθμό ατόμων, όπως μια γάτα, δεν θα
μπορούσε να είναι συγχρόνως σε δύο
διαφορετικές καταστάσεις: νεκρή ή
ζωντανή.
Οι θεωρητικοί που αποδέχονται την
καθαρή εκδοχή της κβαντομηχανικής
(Σχολή της Κοπεγχάγης)
ισχυρίζονται ότι η γάτα υπάρχει σε
κάποια απροσδιόριστη κατάσταση,
ούτε ζωντανή ούτε νεκρή, έως ότου
κάποιος παρατηρητής κοιτάξει στο
κουτί και δει πώς παν τα πράγματα.
Τίποτε δεν είναι πραγματικό, εκτός
κι εάν παρατηρείται.
Οι αντίπαλοι όμως της Σχολής της
Κοπεγχάγης σε ό,τι αφορά τη μη
πραγματική κατάσταση της γάτας του
Schroedinger, την είχαν απορρίψει,
υιοθετώντας ότι θα έπρεπε να
υπάρχει κατά βάθος κάποιος
ωρολογιακός μηχανισμός (συγκεκαλυμμένες
μεταβλητές ή παράμετροι),
ο οποίος και κατευθύνει τη
θεμελιώδη πραγματικότητα των
καταστάσεων. |
1948 |
Richard Feynman |
Ο Feynman βασιζόμενος στην
κβαντική θεωρία διατύπωσε
ορισμένες εξισώσεις που
περιγράφουν την συμπεριφορά των
ηλεκτρονίων και των
ηλεκτρομαγνητικών
αλληλεπιδράσεων, γενικά. Οι
εξισώσεις του πρόβλεψαν φαινόμενα
με την μεγαλύτερη μέχρι τότε
ακρίβεια. Η θεωρία του ονομάστηκε
Κβαντική Ηλεκτροδυναμική (QED). |
1952 |
David Bohm |
O Bohm κατόρθωσε το
σχεδόν αδύνατον. Επέτυχε μια
αιτιοκρατική διατύπωση της
Κβαντικής Μηχανικής, με την
εισαγωγή λανθάνουσων παραμέτρων
και εντάχθηκε έτσι μέσα στο ρεύμα
της αιτιακής ερμηνείας της
κβαντομηχανικής. Η προσέγγιση
του Bohm συνδυάζει την πιθανοκρατική
ερμηνεία με την παραδοχή της
ύπαρξης χωροχρονικών τροχιών, με
την βοήθεια μιας νέας έννοιας του
κβαντικού δυναμικού. Όμως η θεωρία
των κρυμμένων παραμέτρων είχε δύο
ελαττώματα. Προϋπόθεταν ακαριαίες
αλληλεπιδράσεις (οι μεταβλητές
ήταν μη τοπικές) και αναπαρήγαγε
τις προβλέψεις της παραδοσιακής
κβαντομηχανικής. |
1964 |
John Bell |
Η νέα περίοδος της
διαμάχης για την αιτιοκρατία στη
κβαντική φυσική, αρχίζει με την
δημοσίευση των ανισοτήτων του Bell.
Σύμφωνα με το περίφημο θεώρημα του
Bell, αν ίσχυε η αιτιοκρατία και η
τοπικότητα στην Κβαντομηχανική,
σύμφωνα με τις ιδέες του Einstein, θα
συνεπαγόταν στατιστικές κατανομές
διαφορετικές από αυτές της
ισχύουσας κβαντομηχανικής. Έτσι η
παρούσα θεωρία θα μπορούσε να
διαψευσθεί και να αποδειχθεί η
ύπαρξη θεωριών με κρυμμένες
παραμέτρους. Αργότερα το θεώρημα
του Bell συγκεκριμενοποιήθηκε με
τρόπο που να ελεγχθεί πειραματικά
η διαμάχη για την πιθανοκρατική
ερμηνεία ή την αιτιοκρατία. |
1982 |
Alain Aspect |
Όλα τα πειράματα που
έγιναν κατά την δεκαετία του '70 και
'80, διέψευσαν τις ανισότητες Bell,
επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις
της Κβαντομηχανικής.
Το καλοκαίρι του 1982, στο
Πανεπιστήμιο Orsay του
Παρισιού, μια ομάδα με επικεφαλής
τον Alain Aspect ολοκλήρωσε μια σειρά
πειραμάτων που είχαν σχεδιαστεί
για την καταγραφή της
πραγματικότητας, που βρίσκεται
κάτω από τον πιθανοκρατικό κόσμο
των κβάντα.
Τα πειράματα αφορούν τη
συμπεριφορά δύο φωτονίων , που
κινούνται από μία πηγή προς
αντίθετες κατευθύνσεις.
Σύμφωνα με την κβαντική θεωρία
αυτή η ιδιότητα δεν υπάρχει έως
ότου μετρηθεί. Σύμφωνα με την ιδέα
των λανθάνουσων μεταβλητών, κάθε
φωτόνιο έχει μία «πραγματική»
πολικότητα από τη στιγμή που
δημιουργείται. Επειδή τα δύο
φωτόνια εκπέμπονται ταυτοχρόνως
οι πολικότητες τους είναι
συσχετισμένες.
Τα αποτελέσματα σε αυτό το πείραμα
ήταν αναμφισβήτητα. Δεν βρέθηκε
κανένας συσχετισμός μεταξύ των
κρυμμένων μεταβλητών. Έτσι
επιβεβαιώθηκε ο ιντετερμινισμός
της Κβαντομηχανικής και η οριστική
επαλήθευση του μη διαχωρίσιμου του
Bohr. |