Ερευνητές στο αμερικανικό MIT ανακοίνωσαν ότι θεωρούν «αρκετά πιθανή» την κατασκευή αντιδραστήρα μέσα στην επόμενη δεκαετία, που θα συνέβαλε καθοριστικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Μάλιστα το project SPARC στο MIT τρέχει εδώ και λίγα χρόνια.
Το SPARC είναι μία συσκευή σύντηξης μεσαίου μεγέθους, αλλά με πολύ ισχυρότερο μαγνητικό πεδίο. Με βάση την καθιερωμένη φυσική, η συσκευή προβλέπεται να παράγει ισχύ 50-100 MW.
Η ελεγχόμενη σύντηξη υδρογόνου σε περιβάλλον ενός εργοστασίου παραγωγής ισχύος, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Πολλοί το επιχειρούν και κάθε τόσο κάποιοι ανακοινώνουν ότι είναι κοντά στην επιτυχία του. Αντίστοιχα projects τρέχουν σήμερα στην Καλιφόρνια, στην Οξφόρδη και αλλού. Υπάρχει πάντα σε εξέλιξη η φιλόδοξη Διεθνής Θερμοπυρηνική ΙΤΕR, η οποία κατασκευάζει στη Νότιο Γαλλία μια μονάδα που μοιάζει σε τεχνολογική προσέγγιση με εκείνη του SPARC, αλλά είναι καθαρά πειραματική, καθυστερεί σε χρόνο ολοκλήρωσης και κινείται σε ασύγκριτα μεγαλύτερα μεγέθη και κόστος.
Καταλαβαίνουν όλοι ότι η δυνατότητα ηλεκτροπαραγωγής από σύντηξη θα συνέβαλε καθοριστικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής η οποία μοιάζει να καλπάζει με ρυθμούς που είναι αδύνατον να παρακολουθήσει η τωρινή στροφή προς την πράσινη ενέργεια. Η μη ύπαρξη οικονομικά προσιτών συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρισμού δεν επιτρέπει την απόλυτη κυριαρχία των Ανεξάντλητων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Επίσης, το φυσικό αέριο, αν και πολύ πιο καθαρό από τον άνθρακα, δεν παύει να είναι ρυπογόνο. Και η κλασική πυρηνική ηλεκτροπαραγωγή παραμένει μια λύση που θεωρείται ιδανική από ορισμένους αλλά χαρακτηρίζεται κατηγορηματικά επικίνδυνη από άλλους πολλούς.
Οι αντιδραστήρες σύντηξης εκλύουν ελάχιστα ραδιενεργά στοιχεία κατά τη σύντηξη των ατόμων και έχουν μικρή διάρκεια ζωής. Επίσης, σε αντίθεση με ότι ισχύει για τους τωρινούς πυρηνικούς αντιδραστήρες, η σύντηξη βασίζεται σε υλικά που είναι άφθονα και εύκολα προσιτά στη φύση. Θα ήταν λοιπόν η επίτευξη του εγχειρήματος του εργαστηρίου του ΜΙΤ μια μεγάλη συμβολή στην ευημερία της ανθρωπότητας.
Η δυσκολία του εγχειρήματος έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι το ιονικό αέριο που δημιουργείται κατά τη σύντηξη έχει θερμοκρασίες εκατοντάδων εκατομμυρίων βαθμών Κελσίου τις οποίες κανένα υλικό δεν μπορεί να αντέξει. Οι προσπάθειες της επιστήμης στο παρελθόν απέβλεπαν είτε στην κατασκευή σύνθετων υλικών που θα μπορούσαν να αντέξουν σε τέτοιες θερμοκρασίες ή στην επίτευξη σύντηξης με χαμηλότερες («ψυχρή» σύντηξη), κάτι που δεν επιτεύχθηκε ποτέ. Η τωρινή προσέγγιση τόσο στο ΜΙΤ όσο και στο ITER της Γαλλίας, προσπαθεί να παρεμβάλει ανάμεσα στο υπέρθερμο πλάσμα και το μεταλλικό περίβλημα του αντιδραστήρα, ισχυρά μαγνητικά πεδία τα οποία -πολύ απλοϊκά- λειτουργούν σαν μονωτήρες και κρατούν τα δύο σε απόσταση θερμικής ασφαλείας.
Όμως, όλες οι προηγούμενες προσπάθειες για την ελεγχόμενη σύντηξη απέβησαν άκαρπες. Τώρα όμως πίσω από το καινούργιο project βρίσκονται τα εργαστήρια του ΜΙΤ, τα οποία έχουν παράδοση από τον προηγούμενο μεγάλο πόλεμο στην ανάπτυξη διάφορων οργάνων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην έκβασή του. Η ελπίδα είναι ότι θα μπορέσουν να συμβάλουν και στον τωρινό παγκόσμιο πόλεμο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, που πραγματικά δεν πρέπει να χαθεί.