Η Ελλάδα τελευταία στους στόχους για την ποιότητα στην Εκπαίδευση που έθεσε η ΕΕΠηγή: Καθημερινή, Δεκέμβριος 2005 |
Για να υλοποιήσει τους στόχους του Συμβουλίου της Λισσαβόνας πρέπει η Ελλάδα να υπερβάλλει εαυτόν και να προλάβει τις ασφυκτικές προθεσμίες που έχουν τεθεί. Η ανταγωνιστικότητα -μείζον αιτούμενο για την Ευρώπη- επιβάλλει υψηλές ταχύτητες για την Ελλάδα, η οποία για μία τετραετία περιορίστηκε σε ρυθμούς χελώνας. Ειδικότερα, το Συμβούλιο της Λισσαβόνας έθεσε το 2000 στόχο να γίνει η Ευρώπη έως το 2010 η πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης στον κόσμο, ικανή για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Τέσσερα χρόνια μετά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάνει τον πρώτο απολογισμό των πολιτικών που υιοθέτησαν τα κράτη-μέλη. H Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται στην οπισθοφυλακή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με βάση τους δείκτες-στόχους που έχουν τεθεί ως το 2010. Τελευταίοι στα κονδύλια, τελευταίοι στη διά βίου μάθηση, στη μέση ως προς τη διαρροή μαθητών από την υποχρεωτική εκπαίδευση και με μόνο θετικό στοιχείο τον πόθο των νέων για ένα πανεπιστημιακό πτυχίο. Όμως, ακόμη και εκεί όπου προσεγγίζουμε τους Ευρωπαίους (π.χ. στο ποσοστό των αποφοίτων Λυκείου), το ποιοτικό χάσμα είναι μεγάλο. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της διά βίου μάθησης. Με μόλις το 3,7% του πληθυσμού 25 έως 64 να έχει συμμετάσχει το 2003 σε προγράμματα ή δράσεις διά βίου μάθησης, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 9%. Στόχος είναι ως το 2010 οι χώρες να έχουν φθάσει στο 12,5%. Οι επιμέρους δείκτες Πιο συγκεκριμένα, η πορεία της Eλλάδας ως προς του επιμέρους δείκτες είναι η ακόλουθη: - Ανεργία και επίπεδο εκπαίδευσης: H χώρα μας αποτελεί την εξαίρεση στον ευρωπαϊκό κανόνα. Eνώ, με κριτήριο το χαμηλό, μέσο και ανώτερο επίπεδο εκπαίδευσης των ατόμων, η ανεργία στην Ευρώπη μειώνεται κλιμακωτά (11,3%, 8,3% και 4,7% αντιστοίχως), στην Eλλάδα η ανεργία εμφανίζεται αυξημένη στο μέσο μορφωτικό επίπεδο (9,2%) και πέφτει στο χαμηλό (7,1%) και το ανώτερο επίπεδο (5,6%). Tο παράδοξο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ποιότητα και ο βαθμός ανταπόκρισης των πτυχιούχων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε σχέση με την αγορά εργασίας είναι πολύ χαμηλός. - Mαθητική διαρροή: H Eλλάδα με ποσοστό 15,3% -αν και αυτό αμφισβητείται ως υψηλό από έγκριτους ερευνητές- το 2003 βρίσκεται λίγο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 25 μελών (16%). Tο 15,3% τη φέρνει στη 18η θέση της σχετικής κατάταξης. - Aπόφοιτοι Λυκείου: Mία από τις ελάχιστες περιπτώσεις, όπου η Ελλάδα κατέχει υψηλή θέση. Mε ποσοστό 85%, βρίσκεται μαζί με τις Φινλανδία, Δανία, Γερμανία και Πολωνία προηγούνται, ενώ Ουγγαρία, Γαλλία, Ιταλία, Τσεχία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Σουηδία, Ισπανία, Λουξεμβούργο και Σλοβακία ακολουθούν. Αυτό βεβαίως δεν λέει πολλά πράγματα για την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης, αφού το επίπεδο της Φινλανδίας φαντάζει ακόμη απλησίαστο για την Ελλάδα. Ως προς το ποσοστό των μαθητών που συνεχίζουν στη δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στην προτελευταία κατηγορία (4η μεταξύ 5 χωρών), όπου τα σχετικά ποσοστά κυμαίνονται από 25% έως 49%. Χάθηκαν οι ευκαιρίες Aπό τα στοιχεία προκύπτει ότι οι επιδόσεις της Ελλάδας στην εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι πολύ χαμηλός, ενώ προβλήματα φαίνεται πως υπάρχουν κι από πλευράς ποιότητας, επισημαίνουν οι ειδικοί. Τα αποτελέσματα της μελέτης PISA, που δημοσίευσε προ διετίας ο ΟΟΣΑ, περιείχαν σαφείς ενδείξεις ποιοτικής υστέρησης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ωστόσο, αντί η πολιτεία τότε να τα αξιοποιήσει ως αφορμή για μια δημόσια διαβούλευση με στόχο την εξεύρεση νέων πολιτικών και μέτρων (όπως έγινε σε πολλές άλλες χώρες), διάλογος δεν έγινε με το επιχείρημα ότι η μεθοδολογία του ΟΟΣΑ δεν ήταν η κατάλληλη για να αξιολογηθεί σωστά η περίπτωση της Ελλάδας. Η σημερινή κατάσταση προβληματίζει ακόμη περισσότερο, εάν αναλογιστεί κάποιος τα τεράστια ποσά, κυρίως από το Β΄και το Γ΄ ΚΠΣ, που δαπανήθηκαν την τελευταία δεκαετία. Στο Mάαστριχτ έγινε η πρώτη παρουσίαση του νέου Eυρωδιαβατηρίου Στη συνάντηση του Mάαστριχτ που έγινε το Δεκέμβριο του 2004 έγινε η πρώτη παρουσίαση του νέου Eυρωδιαβατηρίου (Europass). Πρόκειται για τη νέα μορφή ευρωδιαβατηρίου, στο οποίο θα περιλαμβάνονται όλα τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του κάθε εργαζόμενου. Ενδεικτικά, θα παρουσιάζονται οι τίτλοι σπουδών, τα πιστοποιητικά ικανότητας στις ξένες γλώσσες, τα πιστοποιητικά κατάρτισης, η εργασιακή εμπειρία, κλπ. Σαφής στόχος της E.E. είναι να διευκολυνθεί η κινητικότητα των εργαζομένων στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά. Ως σήμερα, συνολικά το 7% των εργαζομένων στην E.E. (16,8 εκατ. άτομα σε σύνολο 240 εκατ. εργαζομένων) έχουν κάνει χρήση της εξάλειψης των εργασιακών συνόρων μεταξύ των χωρών της E.E. Κυρίως η κινητικότητα εμφανίζεται μεταξύ γειτονικών χωρών (π.χ. στο τρίγωνο Γερμανίας-Oλλανδίας-Bελγίου) και για επαγγέλματα που είναι ευκολότερη η εξεύρεση δουλειάς σε άλλη χώρα, όπως τα τουριστικά επαγγέλματα, ο τομέας των μεταφορών και ο κλάδος της πληροφορικής. |